Τα ξημερώματα της 11ης Ιουλίου 2011 πολλοί ξύπνησαν απότομα από έναν εκκωφαντικό θόρυβο, με το μυαλό τους να επιστρέφει στα γεγονότα ενός άλλου Ιουλίου – βλέπεις ο φόβος του πολέμου παραμένει ζωντανός αρκετά χρόνια μετά. Άλλοι ξύπνησαν από ένα τηλεφώνημα γεμάτο αγωνία, από εκείνα που σε «παγώνουν» και κάνουν τον χρόνο να σταματά. Άλλοι δεν ξύπνησαν ποτέ ξανά.
Εκείνο το πρωινό η ατμόσφαιρα ήταν βαριά και η αναστάτωση διάχυτη, αφού κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει τι ακριβώς έχει συμβεί. Οι πληροφορίες έκαναν λόγο για μια τεράστια έκρηξη στη Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί, κοντά στη Λάρνακα. Το μέγεθος της καταστροφής και ο απολογισμός των θυμάτων δεν ήταν ακριβείς, αλλά μπορούσες να «διαβάσεις» τον πόνο.
Λίγες ώρες αργότερα θα επιβεβαιώνονταν τα χειρότερα. Η Κύπρος ήταν πια αντιμέτωπη με μια ακόμη τραγωδία και η ημερομηνία θα γραφόταν με μαύρα γράμματα στο βιβλίο της ιστορίας της. Ένας ακόμη θλιβερός Ιούλιος, μια ακόμη πένθιμη επέτειος. Και 11 χρόνια μετά, οι μνήμες από το πρωινό εκείνο όχι μόνο δεν έχουν ξεθωριάσει, αλλά ζωντανεύουν και μας θυμίζουν όσα και όσους χάθηκαν τόσο άδικα.
Η έκρηξη στο Μαρί χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη καταστροφή στην Κύπρο σε περίοδο ειρήνης.
Η φονική έκρηξη της 11ης Ιουλίου 2011
Η πολύνεκρη έκρηξη σημειώθηκε στις 5:50 τα ξημερώματα στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί, μετατρέποντας την περιοχή σε κρανίου τόπο. Η έκρηξη προήλθε από φωτιά σε εμπορευματοκιβώτια (κοντέινερ), που φυλάγονταν στη ναυτική βάση και τα οποία περιείχαν πολεμικό υλικό. Επρόκειτο για 98 εμπορευματοκιβώτια και 231 πακέτα με ιρανικά πυρομαχικά, που ζύγιζαν 1400 έως 1500 τόνους και είχαν κατασχεθεί από το 2009.
Η έκρηξη προκάλεσε ωστικό κύμα τριών χιλιομέτρων, το οποίο σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά του, με αποτέλεσμα όσοι βρέθηκαν πολύ κοντά στο σημείο της έκρηξης να σκοτωθούν ακαριαία, ενώ σε αρκετούς νεκρούς βρέθηκαν μόνο ανθρώπινα μέλη. Η έκρηξη και το ωστικό κύμα ήταν τόσο ισχυρά που κατέστρεψαν τον γειτονικό Ηλεκτροπαραγωγικό Σταθμό του «Βασιλικού», προκάλεσαν ζημιές ακόμη και σε κοντινά χωριά, ενώ μεταλλικά κομμάτια βάρους πέντε κιλών βρέθηκαν σε απόσταση χιλιομέτρων.
Πριν από την έκρηξη, στις 4:00 περίπου τα ξημερώματα, τεχνικοί του Ηλεκτροπαραγωγικού Σταθμού είχαν αναφέρει λάμψεις στον ουρανό που προέρχονταν από τον χώρο του στρατοπέδου και μικρές εκρήξεις στο ίδιο σημείο. Στις 4:30 ξέσπασε φωτιά στα εμπορευματοκιβώτια. Οι ναύτες ενημερώθηκαν και ξεκίνησαν επιχείρηση κατάσβεσής της, ενώ δύο πυροσβεστικά οχήματα αναχώρησαν από την ΕΜΑΚ Κοφίνου με κατεύθυνση το Μαρί και ο Αξιωματικός Υπηρεσίας με άλλους στρατιωτικούς και στρατιώτες ξεκίνησαν να κατευθύνονται προς το σημείο της φωτιάς.
Στις 04:50 ο Διοικητής του Ναυτικού, Ανδρέας Ιωαννίδης έφτασε στη Ναυτική Βάση, ζητώντας από το ΓΕΕΦ να στείλει ελικόπτερα, ενώ μερικά λεπτά μετά έφτασε και ο Διοικητής της Βάσης, Λάμπρος Λάμπρου. Στις 05:20 η φωτιά είχε ήδη εξαπλωθεί και όσοι βρίσκονταν στη ναυτική βάση προσπαθούσαν, καταβάλλοντας υπεράνθρωπες προσπάθειες, να την κατασβήσουν. Μισή ώρα αργότερα, όλα είχαν τελειώσει. Ένα τεράστιο μαύρο σύννεφο σκέπασε την περιοχή, που ήταν πια ένα βομβαρδισμένο τοπίο με πτώματα, ανθρώπινα μέλη, κάλυκες, λιωμένα μέταλλα και αποκαΐδια.
Από την έκρηξη σκοτώθηκαν 13 άνθρωποι, ανάμεσά τους ναύτες, αξιωματικοί και πυροσβέστες, ενώ τραυματίστηκαν άλλοι 62 σε διάφορα σημεία του σώματός τους. Πολλοί από αυτούς αντιμετωπίζουν δεκάδες προβλήματα μέχρι και σήμερα, 10 χρόνια μετά, είτε σωματικά, είτε ψυχολογικά από το μεγάλο σοκ και τα όσα αντίκρισαν στο διαλυμένο τοπίο της ναυτικής βάσης. Άνθρωποι διαφόρων ηλικιών έχασαν τη ζωή τους άδικα και άλλοι σημαδεύτηκαν μια για πάντα από το τραγικό γεγονός.
Το χρονικό του φορτίου και τα SOS
Τα κιβώτια είχαν φτάσει στην Κύπρο το 2009, με το υπό κυπριακή σημαία πλοίο Monchegorsk, το οποίο ξεκίνησε από το Ιράν με προορισμό τη Συρία. Πλοίο του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ ανέκοψε το Monchegorsk στην Ερυθρά Θάλασσα και κατόπιν έρευνας, κρίθηκε πως παραβίαζε τα Ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τότε η Κυπριακή Δημοκρατία ανέλαβε την κατάσχεση του πλοίου, το οποίο αγκυροβόλησε στο λιμάνι της Λεμεσού και κατόπιν επιθεώρησης αποφασίστηκε όπως τα 98 εμπορευματοκιβώτια τοποθετηθούν σε χώρο της Ναυτικής Βάσης στο Μαρί.
Για τη φύλαξή τους είχε κτιστεί τσιμεντένια βάση για να μην υποχωρήσει το έδαφος, ενώ τα εμπορευματοκιβώτια τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε η πόρτα τους να μην είναι προσβάσιμη και τοποθετήθηκε και συρματόπλεγμα. Ωστόσο, αυτά τα μέτρα απείχαν από τα κατάλληλα μέτρα φύλαξης πυρομαχικών για μακρό χρονικό διάστημα όπου απαιτούν συνεχή αερισμό, χαμηλή θερμοκρασία, έλεγχο υγρασίας, ελάχιστη επαφή με έδαφος και εύκολη πρόσβαση για επιθεωρήσεις.
Τον Μάιο του 2009, ο νέος Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, με επιστολή του στον Υπουργό Αμύνης, τον ενημέρωνε για τους προβληματισμούς του σχετικά με την φύλαξη του υλικού και τους κινδύνους από την υπερβολική έκθεση στον ήλιο, ενώ τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, το τμήμα τελωνείων της Κυπριακής Δημοκρατίας ενημέρωσε τα Υπουργεία Αμύνης, Εξωτερικής Πολιτικής και Οικονομικών ότι το εκρηκτικό υλικό είχε περάσει στην κυριότητα της Δημοκρατίας, μιας και κανένας δεν το διεκδίκησε. Σύμφωνα με τον νόμο, που ρύθμιζε το θέμα, υπήρχαν τρεις επιλογές: καταστροφή του υλικού, να δοθεί στο κοινό ή να το πουλήσει. Ωστόσο, εξ αιτίας των διπλωματικών προβλημάτων που δημιουργούσε η υπόθεση, αποφασίστηκε η συνέχιση της φύλαξης του.
Ο τότε Πρόεδρος της ΚΔ, Δημήτρης Χριστόφιας, δεσμεύτηκε στον πρόεδρο της Συρίας να μην παραδώσει το φορτίο σε τρίτο μέρος, ενώ στο το 2010 στο πλαίσιο της συμφωνίας με το Ιράν, αποφασίστηκε τελικά να καταστραφεί το υλικό. Παρόλα αυτά, δεν λήφθηκε κάποια δράση, ενώ, παράλληλα, οι πιέσεις και παρακλήσεις της Εθνικής Φρουράς για απομάκρυνση του υλικού λόγω της επικινδυνότητάς του και των πρακτικών προβλημάτων που δημιουργούνταν, συνεχίζονταν. Μεταξύ Ιανουαρίου 2011 και Ιουνίου 2011, υπήρχαν επανειλημμένες παρακλήσεις για επισκέψεις από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ για έλεγχο των πυρομαχικών, όμως παρόλο που το υπουργείο Εξωτερικών απαντούσε θετικά, συνεχώς ανέβαλλε την επίσκεψη.
Ο Διοικητής Ναυτικού και ένας εκ των θυμάτων, Ανδρέας Ιωαννίδης, έκανε διαρκείς εκκλήσεις για απομάκρυνσή των εμπορευματοκιβωτίων, στέλνοντας συνεχώς επιστολές και κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για αρκετούς μήνες, μέχρι και μερικές μέρες πριν την έκρηξη, αλλά οι προσπάθειές του έπεφταν διαρκώς στο κενό. Το μεγάλο κακό θα γινόταν με μαθηματική ακρίβεια, όμως οι αρμόδιοι επέλεξαν να μην ασχοληθούν σοβαρά με το ζήτημα.
Μάλιστα, μόλις μία βδομάδα πριν από την πολύνεκρη έκρηξη, οι φρουροί του φορτίου στην ναυτική βάση στο Μαρί, διαπίστωσαν ότι ένα από τα εμπορευματοκιβώτια είχε αλλοιωθεί και μεγαλώσει σε όγκο. Αφού ενημερώθηκαν οι αρμόδιοι, αποφασίστηκε να συσταθεί ειδική ομάδα, ενώ η οδηγία που δόθηκε ήταν τα παραμορφωμένα κιβώτια να καταβρέχονται με θαλασσινό νερό, ώστε να κατέβει η θερμοκρασία τους και να αποφευχθεί τυχόν έκρηξη τους! Όντως, στις 8 Ιουλίου 2011, με εντολή του Αρχηγού της εθνικής Φρουράς, ένα πυροσβεστικό μηχάνημα του στρατού ράντιζε τα εμπορευματοκιβώτια με νερό.
Οι πολιτικές ευθύνες και το "δεν γνωρίζω"
Την ίδια μέρα της έκρηξης υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους ο υπουργός Άμυνας Κώστας Παπακώστας και ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς αντιστράτηγος Πέτρος Τσαλικίδης. Μία εβδομάδα αργότερα παραιτήθηκε για λόγους ευθιξίας ο υπουργός εξωτερικών Μάρκος Κυπριανού ενώ το υπουργικό συμβούλιο έπαυσε και τον Υπαρχηγό της Εθνικής Φρουράς αντιστράτηγο Σάββα Αργυρού. Οι πρώτες δηλώσεις του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας, Δημήτρη Χριστόφια (ΑΚΕΛ), προκάλεσαν την οργή της κοινής γνώμης, ενώ ο κόσμος ζητούσε την παραίτησή του.
Ο ίδιος ανέθεσε σε ανεξάρτητη επιτροπή να μελετήσει τα γεγονότα που οδήγησαν στην έκρηξη. Τρεις μήνες μετά, τον Οκτώβριο του 2011, η επιτροπή με επικεφαλής τον Πόλυ Πολυβίου παρέδωσε πόρισμα με το οποίο επέρριπτε ευθύνες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σύμφωνα με το πόρισμα, η απόφαση για κατακράτηση και εκφόρτωση των εμπορευματοκιβωτίων, η δίχως έλεγχο και ανεύθυνη φύλαξη του φορτίου στο Μαρί, η εις γνώση των αρμοδίων επικινδυνότητά του και η αδιαφορία εκ μέρους τους να προχωρήσουν στις απαραίτητες ενέργειες, οι παραλείψεις και οι γενικότεροι λανθασμένοι χειρισμοί βαραίνουν τον αρχηγό του κράτους.
Αξίζει να σημειωθεί πως τον Σεπτέμβριο του 2011, στην κατάθεσή του, ο Δημήτρης Χριστόφιας είχε υποστηρίξει - μεταξύ άλλων - πως δεν ήταν ενήμερος για το φορτίο ή για την επικινδυνότητα ή για το ενδεχόμενο έκρηξης, πως δεν γνώριζε πού ήταν η τοποθεσία Μαρί, αλλά ούτε και πως αυτή γειτνίαζε με τον σταθμό της ΑΗΚ. «Υπήρξε υποτίμηση κινδύνου. Γιατί να αναλάβω εγώ αυτή την ευθύνη από την στιγμή που δεν ήμουν ενημερωμένος;», δήλωσε, ενώ εν τέλει δεν αποδέχτηκε καμία προσωπική και άμεση ευθύνη, παρά μόνο θεσμική και έμμεση. «Εμμέσως έχω ευθύνη λογικά και θεσμικά, για λάθη και παραλείψεις των υπουργών μου...», ήταν τα λόγια του. Ανίκανος πρόεδρος και ανίκανη κυβέρνηση που αντί να παραιτηθεί επιτόπου από τη ντροπή του, είχε το θράσος να μιλήσει.. Λίγους μήνες μετά ήρθε το κούρεμα και η οικονομική κρίση στην χώρα..
«Σέβομαι και τιμώ τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ως άνθρωπο και ως πολιτικό ηγέτη. Ποία ήταν, όμως, η αντίδραση του Προέδρου; Το «δεν γνωρίζω». Αυτό είναι απαράδεκτο. Η επίκληση της άγνοιας και της μη ενημέρωσης, σε ένα τόσο σημαντικό θέμα, δημιουργεί όχι μόνο θέμα εμπιστοσύνης στον ίδιο τον Πρόεδρο και στην Κυβέρνηση, αλλά και στο ίδιο το κράτος. Ο Πρόεδρος αποδίδει ευθύνες στους συνεργάτες του – σωστά, αλλά τις έχει και ο ίδιος», είχε πει ο Πόλυς Πολυβίου κατά την παράδοση του πορίσματός του.
Σημειώνεται πως ο Κώστας Παπακώστας βρέθηκε ένοχος για ανθρωποκτονία, με το δικαστήριο να δηλώνει πως «έκλεισε τα μάτια του στον κίνδυνο» σχετικά με την φύλαξη εκρηκτικών. Καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση και απεβίωσε καθώς εξέτιε την ποινή του, ενώ ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς Πέτρος Τσαλικίδης αντιμετώπισε το στρατοδικείο στην Ελλάδα, αφού διακρατικές συμφωνίες Ελλάδας-Κύπρου παρείχαν ασυλία στον Ελλαδίτη στρατιωτικό. Καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από αμέλεια σε 7 χρόνια φυλάκιση, άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος χωρίς περιοριστικά μέτρα. Από το Κακουργιοδικείο Λάρνακας καταδικάστηκαν, επίσης, οι Ανδρέας Νικολάου, Χαράλαμπος Χαραλάμπους και Αντρέας Λοϊζίδης με την κατηγορία της πρόκλησης θανάτου εξ’ αμελείας. Οι πρώην Υπουργός Εξωτερικών Μ. Κυπριανού και τέως υπαρχηγός της Εθνικής Φρουράς Σ. Αργυρού αθωώθηκαν και απαλλάχτηκαν από τις κατηγορίες.
Οι 13 νεκροί, η οργή και η μάνα - σύμβολο
Από τις πρώτες μέρες της τραγωδίας μέχρι και σήμερα, 10 χρόνια μετά, η οργή για την έκρηξη στο Μαρί δεν έχει σβήσει. Οι πολίτες, πλήρως απογοητευμένοι από την ανικανότητα και την ανευθυνότητα των αρμοδίων, πραγματοποιούσαν διαδηλώσεις σε διάφορες πόλεις της Κύπρου και ζητούσαν δικαίωση. Παρά την όποια απόδοση ευθυνών και τις καταδικαστικές αποφάσεις, η κοινή γνώμη θεωρεί απαράδεκτη τη στάση της πολιτείας, την αμέλειά της και το πώς επέτρεψε να συμβεί μια τόσο μεγάλη καταστροφή και να χαθούν 13 ζωές.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι συγγενείς των θυμάτων αντιμετωπίστηκαν τότε με μεγάλη ασέβεια, αφού σύμφωνα με μαρτυρίες, ακόμη και αρκετές μέρες μετά την τραγωδία κανείς δεν μπήκε στη διαδικασία να τους εξηγήσει το τι ακριβώς συνέβη, ενώ βλέποντας τους πολιτικούς να προσπαθούν να γλιτώσουν και να μεταθέτουν τις ευθύνες ο ένας στον άλλον, τη στιγμή που οι ίδιοι είχαν χάσει με τον χειρότερο τρόπο και εντελώς άδικα τα αγαπημένα τους πρόσωπα, οι πληγές μεγάλωναν ολοένα και περισσότερο, παρά να επουλώνονται.
Τα 13 ονόματα των νεκρών - πατέρων, παιδιών, συζύγων, αδερφών και φίλων - είναι τα εξής:
Πλοίαρχος Ιωαννίδης Ανδρέας, Διοικητής Ναυτικού - Αντιπλοίαρχος Λάμπρου Λάμπρος, Διοικητής της Ναυτικής Βάσης - Αρχικελευστής Κλεάνθους Κλεάνθης - Κελευστής Ηρακλέους Μιχάλης - Ναύτης Χριστοφόρου Μιλτιάδης - Ναύτης Χριστοφόρου Χριστάκης - Αρχιλοχίας Πυροσβεστικής Ανδρέας Παπαδόπουλος - Πυροσβέστης Βασίλης Κρόκος - Πυροσβέστης Σπύρος Τταντής - Πυροσβέστης Παναγιώτης Θεοφίλου - Αρχιπυροσβέστης Γιώργος Γιακουμής - Πυροσβέστης Αδάμος Αδάμου - Ναύτης Αντώνης Χαραλάμπους (κατέληξε τρεις μέρες μετά το ατύχημα).
Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και δύο δίδυμα αδέρφια, μόλις 19 χρονών. Η μητέρα τους, Πόπη Χριστοφόρου, αποτελεί ένα πρόσωπο - σύμβολο της τραγωδίας στο Μαρί, καθώς έχασε και τα δύο παιδιά της εκείνη τη μέρα. Η ίδια συμμετείχε σε πολλούς αγώνες για την απόδοση ευθυνών και τη δικαίωση των θυμάτων. «Μάνα, πάμε να σβήσουμε τη φωτιά, θα μιλήσουμε σε λίγο...», ήταν τα τελευταία λόγια που άκουσε από τα παιδιά της και μετά δεν τα είδε ξανά. Όπως έχουν περιγράψει κατά καιρούς οι συγγενείς των διδύμων, τα δύο αδέρφια ήταν αχώριστα. Ακόμη και στον θάνατο. «Ο Μίλτος ήταν οδηγός του βυτιοφόρου και έπρεπε να βρεθεί πρώτος στο σημείο. Αν και είχε ανατεθεί σε κάποιον άλλο ναύτη να πάει μαζί του ο Χρήστος είπε: «Μείνε εσύ πίσω να πάω με τον αδελφό μου». Δεν άντεχαν μακριά ο ένας απ' τον άλλο», έχει δηλώσει ο ξάδερφος των δύο αγοριών.