Γράφει η Μαρία Μπίλλη,
Τομεάρχης Παιδείας και Θρησκευμάτων
Περιφερειακή σύμβουλος Θεσσαλίας
Η απόφαση της Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Νίκης Κεραμέως για το άνοιγμα του συνόλου των σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης την Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2022 , δεν αποτελεί απλά και μόνο μία ακόμη παλινωδία της επικίνδυνης για τον τόπο κυβέρνησης Μητσοτάκη αλλά εμμέσως πλην σαφώς καταδεικνύει την ανυπαρξία πολιτικού σχεδιασμού για την αντιμετώπιση της πανδημίας που πλήττει βαρύτατα την Ελλάδα.
Το χειρότερο όλων είναι η αίσθηση ό,τι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποσκοπεί στην δημιουργία εντυπώσεων περί ασφαλούς επιστροφής στα θρανία - κατόπιν εισήγησης των ειδικών της επιστημονικής κοινότητας και συσκέψεων στο Μαξίμου - εφαρμόζοντας το υγειονομικό πρωτόκολλο του "50%+1" δίνοντας αρχικά την εντύπωση πως κύριο μέλημά της είναι η διαχείριση του πολιτικού κόστους από μία αντίθετη απόφαση. Δυστυχώς όμως δεν είναι μόνο αυτό.
Όπως δήλωσε η ίδια η υπουργός Παιδείας κ. Κεραμέως στο ΣΚΑΪ 100.3 (7/1/2022) "με την επιστροφή των μαθητών θα αποτυπωθεί η μετάδοση του ιού στον πληθυσμό" ενώ "από την Δευτέρα αναμένεται αυξημένος αριθμός κρουσμάτων".
Και το καίριο ερώτημα προς την ανάλγητη υπουργό είναι εάν αυτή είναι η πολιτική προστασίας της δημόσιας υγείας, των μαθητών, των γονιών τους και των εκπαιδευτικών όταν αποφασίζουν να ανοίξουν τα σχολεία με 50.000 κρούσματα ημερησίως, όταν στις σχολικές αίθουσες ο αριθμός των μαθητών στις περισσότερες περιπτώσεις ανά την επικράτεια είναι παραπάνω από 20 άρα με την λογική του υπουργείου θα πρέπει να έχουν μολυνθεί οι 11 από τους 20 μαθητές για να "κλείσει" το τμήμα, όταν επικρατεί σύγχυση σχετικά με τον αριθμό των διαγνωστικών τεστ στα οποία πρέπει να υποβάλλονται καθημερινά οι μαθητές, όταν το μόνο βέβαιο μέτρο είναι η απαγόρευση των εκδρομών για την αποφυγή διασποράς του ιού...
Για να μην αναφερθούμε και στις αλλεπάλληλες καταγγελίες εκπαιδευτικών και γονέων στις κατά τόπους Πρωτοβάθμιες και Δευτεροβάθμιες Διευθύνσεις κυρίως στην Βόρειο Ελλάδα για έλλειψη θέρμανσης αλλά και σε παγωμένα αμφιθέατρα Πανεπιστημίων...
Η υπουργός αλλά και η επιτροπή ωστόσο των ειδικών που αποφάσισε την επαναλειτουργία των σχολικών μονάδων στις 10 Ιανουαρίου, έλαβε υπ' όψιν την επιδημιολογική βαρύτητα της χρονικής συγκυρίας όπου οι μαθητές επιστρέφουν από την χαλαρή περίοδο των εορτών κατά την οποία υπήρξαν αυξημένες κοινωνικές συναναστροφές και ο αριθμός των κρουσμάτων εκτοξεύθηκε με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το πολύπαθο σύστημα Υγείας, το εργασιακό περιβάλλον και το ίδιο τον κοινωνικό ιστό που δέχονται τρομερές πιέσεις;
Η επιτροπή των ειδικών δηλαδή, η οποία -σημειωτέον- συνεδρίασε με τηλεδιάσκεψη και καθόρισε τα πρωτόκολλα λειτουργίας δια ζώσης των σχολείων, και η κυβέρνηση αναφέρονται συνεχώς στην έκρηξη κρουσμάτων στο αμέσως επόμενο διάστημα με την κορύφωση να διαρκεί ως το τέλος Ιανουαρίου - αρχές Φεβρουαρίου επιτρέποντας τον συγχρωτισμό στις σχολικές αίθουσες με την αιτιολογία ότι στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες τα σχολεία άνοιξαν κανονικά (ΣΚΑΪ 100,3) χωρίς να αναφερθούν στο τεράστιο αριθμό νοσούντων στην Ελλάδα σε σχέση με τις αντίστοιχες χώρες.
Μία παράταση ως τις 17 ή 24 Ιανουαρίου με τα μαθήματα να πραγματοποιούνται με τηλεκπαίδευση έτσι ώστε να αποφευχθεί η εκτίναξη των κρουσμάτων γιατί δεν εξετάζεται από την επιτροπή των επιστημόνων και από την κυβέρνηση;
Η απάντηση στο αμείλικτο ερώτημα γιατί ανοίγουν τα σχολεία με 50.000 κρούσματα ημερησίως είναι δυστυχώς καταδικαστική για την κυβέρνηση και εκφράζει τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε την υγειονομική αυτή κρίση: Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ηθελημένα και σκόπιμα θέτει σε κίνδυνο την υγεία των μαθητών και οικογενειών τους, των εκπαιδευτικών και κατά συνέπεια ολόκληρης της κοινωνίας για να προωθήσει ταχύτερα το εμβολιαστικό της πρόγραμμα.
Αυτά είναι βαθύτερα αίτια της εμμονής της κυβέρνησης Μητσοτάκη με το άνοιγμα των σχολείων την παρούσα χρονική συγκυρία, αίτια που διαφαίνονται και στην συνέντευξη του κυβερνητικού εκπροσώπου κ. Οικονόμου στο ΣΚΑΪ όταν παραδέχθηκε ότι "θα παρατηρηθούν αρρυθμίες αλλά θα κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας για να αυξήσουμε την εμβολιαστική κάλυψη".
Το βέβαιο είναι πως οι μαθητές επιστρέφουν στις σχολικές αίθουσες με μηδενική ασφάλεια ως προς το καίριο ζήτημα της διασποράς του ιού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται και η ευθύνη για τα αποτελέσματα αυτής της απόφασης βαραίνει αποκλειστικά την κυβέρνηση Μητσοτάκη.