Η κρίση της νεωτερικότητας του σύγχρονου κόσμου, με την μορφή του εγωκεντρισμού και της εργαλειοποίησης του δυτικού Διαφωτισμού, θα ανιχνεύσει το αναζητούμενο μετα-νεωτερικὀ πρότυπο ανθρώπου στον «κανένα», στο πολιτισμικό περιβάλλον ενός απόλυτου μηδενισμού και σχετικισμού αξιών. Τέτοιου που, όπως μας λέει ο Παναγιώτης Κονδύλης, ταιριάζει στην κατανάλωση και στο κέρδος της μαζικής δημοκρατίας, ως ένας «χαρούμενος μηδενισμός». Ο σχετικισμός των αξιών και των προτύπων ταιριάζει κατ’ αναλογίαν με την ποικιλία των εμπορευμάτων για κάθε γούστο, ανάγκη ή επιθυμία.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο άνθρωπος, συχνά, επιζητά το Μηδέν, ως ξεκαθάρισμα, ως παύση ή ως αφετηρία: «Θέλω να μηδενίσω», «σκέφτομαι να ξεκινήσω από το μηδέν», «δεν θέλω να σκέφτομαι τίποτα», «τα μηδενίζω όλα και ξεκινώ από την αρχή» και άλλα παρόμοια. Ο «τερματικός σταθμός» μιας προσωπικής διαδρομής αποτελεί σημείο τερματισμού, αλλά και ένα σχετικό σημείο μιας νέας αρχής.
Το Μηδέν -τουλάχιστον σε ένα πρώτο επίπεδο- ενυπάρχει, δηλαδή, στο ίδιο το «γενετικό» υλικό του ανθρώπινου πολιτισμού, στις ιδιότητες του μυαλού και της ψυχής. Είναι αλήθεια ότι το Μηδέν απωθεί, αλλά και έλκει, καθώς ο άνθρωπος πάντα προσπαθούσε να κατανοήσει τα όρια του και την δυνατότητά του να αλλάζει. Όλοι, λίγο πολύ, έχουμε περάσει από κάποιο ουσιαστικό ή συμβολικό σημείο Μηδέν. Σημείο προσωπικών αλλαγών και κρίσεων, αναστοχασμού, περισυλλογής, σωματικού ή ψυχικού τραύματος κ.ο.κ. Ο ίδιος ο ανθρώπινος πολιτισμός ως σύστημα, το οποίο εμπεριέχει φάσεις και κύκλους ζωής, περνά από περιόδους ανόδου και καθόδου, στις οποίες το σημείο Μηδέν εμφανίζεται ή συμβολίζεται ως κρίση, αλλά και ως συνδετικός κρίκος.
Και έτσι, η ιδιότητα αυτή στην σύγχρονη εποχή της κρίσης, αξιοποιείται και εξιδανικεύει ό,τι προστίθεται στο Μηδέν, το οποίο στο πλαίσιο του απεριόριστου γραμμικού μέλλοντος αποκτά αυτόνομη ουσία.
Το Μηδέν, ως είδωλο του σύγχρονου κόσμου μας, ως συμβολική αναπαράστασή του, μετασχηματίζεται και σε μια δομή, ως θεσμός, δηλαδή ένα πλέγμα εξουσιών που δεν επιδέχεται καμία άλλη εξουσία και εσωτερικό προσδιορισμό.
Αυτή είναι και η «γοητεία» του ύστερου καπιταλισμού, ο οποίος επιδιώκει να αναφέρεται ως «μεταμοντέρνος πολιτισμός», προκειμένου να προσελκύει τόσο την ακροαριστερή φιλελεύθερη αριστερά του διεθνισμού, η οποία κρατά το πολιτισμικό και αισθητικό δόλωμα και εθελοτυφλεί μπροστά στην καπιταλιστική «φάκα», όσο και την φιλελεύθερη δεξιά της παγκοσμιοποίησης που αποδέχεται την κεφαλαιοκρατική οικονομία και παριστάνει πως δεν βλέπει τις πολιτι(σμι)κές-ανθρωπολογικές αλλαγές, προκειμένου να μην απολέσει το ψηφοθηρικό της ακροατήριο.
Το Μηδέν, ως συμβολισμός, δημιουργεί και αντίστοιχους πολιτικούς και κοινωνικούς σχηματισμούς, καλλιτεχνικές και αισθητικές φιγούρες, σεξουαλικές συμπεριφορές και άλλα, ως αναπαραστάσεις και εκφράσεις του οντολογικού Μηδενός που τείνει να διαχυθεί με μια μικροφυσική δυναμική σε όλους τους πόρους του τωρινού πολιτισμού μας.
Η μηδενιστική «αντιεξουσία» των κάθε είδους «πολιτών του νέου κόσμου» (από τους «antifa» μέχρι τους κοσμοπολίτες νεογιάπηδες), οι θεωρίες του «κοινωνικού φύλου», η νεοηθικιστική «θρησκεία» των πάσης φύσεως «δικαιωματιστών», η τεχνολογική γενετική του μετάνθρωπου, η παγκόσμια «δημοκρατική» διακυβέρνηση, η αποδόμηση της Ιστορίας και της εκπαίδευσης, είναι οι συνεχείς προσθέσεις στον ανθρωπολογικό τύπο του «κανένα» που μπορεί έτσι να είναι ο οποιοσδήποτε.
Η κάθε είδους πρόσθεση στο μεταδιαφωτιστικό Μηδέν, γίνεται «ερευνητικά» και «επιστημονικά» τεκμηριωμένη, ενώ το γεγονός ότι πάντα κατευθύνεται σε έναν μελλοντικό κόσμο που όλοι οι άνθρωποι ζουν μαζί «αγαπημένοι», σε μια -στην κυριολεξία- ενιαία, παγκοσμιοποιημένη βιοτεχνολογικά εξελιγμένη μητρόπολη, είναι αρκετή για να την επιβάλλει ως ένα αναπόφευκτα «θετικό» μέλλον, ακόμα κι αν απαιτεί την εξαφάνιση του ίδιου του ανθρώπινου υποκειμένου.
Αυτό το θέμα της κυριαρχούμενης από τις ανώνυμες δυνάμεις της γραφειοκρατίας και της τεχνοκρατίας, γιγάντιας Κοσμόπολης, που μέσα της η πιο τέλεια υλική ευημερία θα συνοδεύεται από μια πλήρη εκμηδένιση της ψυχικής υγείας του ανθρώπου, διαπέρασε όλη την πνευματική ζωή του Μεσοπολέμου και εκφράστηκε σε όλες τις δυνατές μορφές, από τον μύθο του ανθρώπου - ρομπότ μέχρι τον κινηματογράφο (η «Μητρόπολις» του Lang) και τα μυθιστορήματα του Huxley. Αντίθετα προς αυτήν την προμηθεϊκή αντίληψη προς τον άνθρωπο, που έκανε τον 19ο αιώνα να πιστεύει ότι κάθε υλική πρόοδος, κάθε επιβολή του ανθρώπου πάνω στη Φύση, συνοδεύεται αυτόματα από έναν πληρέστερο εξανθρωπισμό των σχέσεων ανάμεσα σε ανθρώπους, η εικόνα της τεχνικής προόδου παρουσιάστηκε με το αποκαλυπτικό χρώμα με το οποίο ο Bosch και ο Breughel ζωγράφιζαν τον Πύργο της Βαβέλ. Έτσι, στο «Brave New World», ο Huxley δείχνει έναν κόσμο κυριαρχούμενο και τελειοποιημένο από την Τεχνική, όπου ο άνθρωπος έχει μεταμορφωθεί σε ένα «ον» κατασκευασμένο από τα βιομηχανικά εργαστήρια για να γίνει «ωφέλιμος» και «ευτυχής», αποξενωμένος από όλες τις ψυχικές δυνάμεις που ως τα τώρα έδιναν νόημα και μεγαλείο στην ύπαρξή του: Ανίκανο πλέον να έχει την εσωτερική, προσωπική ζωή που είναι η πηγή κάθε αυθεντικής επικοινωνίας του ανθρώπου με τη Φύση.
Στην συμβολική μεταδομή του Μηδενός, όλες οι ανθρωπολογικές προθέσεις και προσθέσεις πολλαπλασιάζονται με μόνο γνώμονα το χρήμα και το κέρδος. Είναι το Μηδέν που ταιριάζει απόλυτα στην συγκεκριμένη φάση ανάπτυξης ενός παγκοσμιοποιητικού καπιταλιστικού κόσμου που έχει να κερδίζει περισσότερα στην επιβίωσή του, μεταμορφώνοντας τον άνθρωπο σε ένα μηδέν(ικό), τέτοιο που να του αφαιρεί οποιαδήποτε ιδιότητα και ταυτότητα. Το Μηδέν του παρόντος αυτοπροσδιορίζεται ως ένα ουδέτερο «αντικείμενο». Από το Μηδέν, ως σημείο μηδέν, βαδίζουμε προς το «ουδέτερο». Από την Coca Cola Zero, και την μπύρα με 0% αλκοόλ, μέχρι το λεγόμενο «ουδέτερο φύλο» (Neutral Gender), που προσδιορίζεται με το επίσης ουδέτερο άρθρο «το», που προσδιορίζει το «πράγμα», όπως γνωρίζουμε από την παραδοσιακή… «αντιδραστική» γραμματική (πρόσωπο, ζώο, πράγμα).
Οποιαδήποτε άλλη οπτική και άποψη πάνω στην Ιστορία καταδικάζεται ως αρχαϊσμός, συντήρηση και οπισθοδρόμηση. Όμως, η «πρόοδος» αυτή, για τον πολιτισμό των μοντέρνων Λωτοφάγων, ονομάζεται και αλλοτρίωση, αποξένωση από την Φύση, τις Πατρίδες, την Ιστορία, τον ίδιο μας τον εαυτό.
Γιώργος Μάστορας