Στην Ελλάδα, έχουμε ένα ειδικό καθεστώς από το 2010 με τα εθνοκτόνα μνημόνια, στο οποίο επικάθεται μια επιθετική ανασυγκρότηση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Αυτά τα δυο στοιχεία δημιουργούν μια άλλη κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα σε ολόκληρη την Χώρα. Και μάλιστα, με έναν αρκετά γρήγορο ρυθμό, που μπορεί να μην τον είχαμε συνειδητοποιήσει. Το μνημονιακό πλαίσιο και οι δεσμεύσεις του, όπως και αυτή η επιθετική κοινωνική και οικονομική πολιτική, συσπειρώνουν τις εγχώριες ελίτ και τα ανώτερα μεγαλοαστικά στρώματα. Ταυτόχρονα, έχουν μια ιδεολογική επίδραση στα λαϊκά στρώματα, είτε με την πολιτική του «επιδοματισμού» είτε με την απουσία κάθε ουσιαστικής αντιπολίτευσης σε αυτό το γενικό πλαίσιο.
Η Ελλάδα, μας το έχει πει πολλές φορές ο πρέσβης των ΗΠΑ Τζορτζ Τσούνης, θα είναι κόμβος ενεργειακός, εμπορικός και λοιπών ΝΑΤΟϊκών υπηρεσιών. Αυτός θα είναι ο ρόλος της, έχοντας δυο βασικούς πυλώνες. Ο πρώτος θα είναι σκληρά γεωπολιτικός: Ευρωατλαντισμός, βάσεις, εμπλοκή της Χώρας μας στον πόλεμο, νούμερο ένα εχθρός η Ρωσία, «διάλογος» με την Τουρκία, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου. Μετά τον Πάιατ, ο διάδοχός του Τσούνης παίρνει την σκυτάλη και αναλαμβάνει ενεργή δραστηριότητα για να συντονίσει καλύτερα τις επιθετικές ενέργειες των ΗΠΑ στην περιοχή. Αυτός είναι ο πρώτος πυλώνας, που δεν τίθεται καν σε συζήτηση.
Ο δεύτερος πυλώνας είναι οικονομικός: Το περίφημο Ταμείο Ανάκαμψης και οι όροι που θέτει η Κομισιόν για την «πράσινη μετάβαση» και την «ψηφιακή Ελλάδα». Αυτά προχωρούν γρήγορα και δραστικά. Και βεβαίως, έχουμε την πολιτική των ταυτοτήτων, που είναι η πιο «μεγάλη και θετική» πολιτική της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης σήμερα. Διαλύονται οι Μεγάλες Ταυτότητες των Εθνών, των Πολιτισμών, των δύο Φύλων. Υπάρχουν μόνο μικρές ταυτότητες και αυτοπροσδιορισμοί.
Ως Έλληνες Εθνικιστές, έχουμε απέναντί μας το ενιαίο κόμμα της παγκοσμιοποίησης, του αεθνισμού, του κοσμοπολιτισμού. Το ενιαίο αυτό κόμμα προωθεί ιδεολογικά-πολιτικά-πολιτιστικά-οικονομικά σχήματα με επιθετικό τρόπο και ρυθμό. Το συναποτελούν και το υπηρετούν όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου, ΜΚΟ, κεφαλαιοκράτες, πρεσβείες, υπερεθνικοί μηχανισμοί όπως η ΕΕ, το ΔΝΤ, το ΝΑΤΟ. Τι λένε όλοι αυτοί; Ότι η Ελλάδα χρειάζεται από λιγότερο έως καθόλου κρατική οικονομία, ότι επιβάλλεται η κατάργηση του δημόσιου χώρου, η καταστολή, η χειραγώγηση, η ενσωμάτωση και ο άκρατος ατομικισμός, η αποδοχή της επικυριαρχίας και της υποτέλειας, η προσαρμογή ως μοναδική δυνατότητα. «Όποιος δεν προσαρμόζεται πεθαίνει», όπως έλεγε και ο Πέτσας… Έχουμε έτσι την εμπέδωση μιας νοσηρής ιδεολογίας, που υπηρετεί την παγκοσμιοποίηση και την συστημική κανονικότητα.
Ο Μητσοτάκης και η ΝΔ είναι το κυριότερο κομμάτι του ενιαίου κόμματος της παγκοσμιοποίησης. Άρα, όταν μιλάμε για πολιτική αποεθνικοποίηση, δεν είναι απλά το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των μαζών πηγαίνουν προς την ΝΔ, αλλά και άλλα παραδείγματα. Όπως το να διαχωρίζεσαι από τις Μεγάλες Ταυτότητες (που αλέθονται), να μην αντιστέκεσαι προς την παγκοσμιοποίηση και να νομίζεις ότι όλα αυτά αποτελούν την σωστή πατριωτική πλευρά. Στην πραγματικότητα, είναι ακριβώς το ίδιο κομμάτι της πολιτικής αποεθνικοποίησης, διότι στην ουσία τα πολιτικά αντανακλαστικά και η ανάλογη οργάνωση που θα χρειαζόταν ένα Εθνικό - Λαϊκό Κίνημα έχουν αλλοιωθεί τελείως.
Για εμάς, τους Έλληνες Εθνικιστές, το Εθνικό και το Κοινωνικό ζήτημα είναι άρρηκτα δεμένα. Και έχουμε κάνει στο παρελθόν λόγο για την σημασία να υποστηριχθεί ευρέως ένα σχέδιο Εθνικής Κυριαρχίας της Χώρας. Να περιγραφούν τα στρατηγικά και κομβικά του σημεία, να κατακτηθούν μέσα από μια πορεία, να εκπληρωθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις. Και, πάνω από όλα, χρειαζόμαστε ένα ισχυρό Εθνικιστικό Πολιτικό Κίνημα, που να συνδέει ιδανικά την Εθνική και Κοινωνική ατζέντα.
Στις 25 Ιουνίου ψηφίζουμε ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ. Από τις 26 Ιουνίου και μετά συνεχίζουμε το χτίσιμο της δομής και της ισχυροποίησης του Ελληνικού Εθνικιστικού Κινήματος, που θα επενδύει σε μια Νέα Πορεία, ενάντια στο σημερινό αντεθνικό και αντιλαϊκό σύστημα. Μια πορεία Ανεξάρτητη και Υγιή, χωρίς καμιά διάθεση αναπαραγωγής αυτού του συστήματος, χωρίς καμία συμμετοχή υπέρ του, αλλά ως δύναμη πολιτικής καταγγελίας του.
Γιώργος Μάστορας