Γράφει η Ρίκα Θωμάκου
6 Δεκεμβρίου 1943. Λιμάνι Αλεξάνδρειας. Όλος ο ελληνικός και ο βρετανικός στόλος παρατεταγμένοι αποδίδουν τιμές με συριγμούς, χειροκροτούν, ζητωκραυγάζουν, επευφημούν με όλους τους δυνατούς τρόπους ένα βαριά λαβωμένο πλοίο, που σε πείσμα όλων των νόμων της φυσικής, πλέει ανάμεσά τους. Πάνω στις παραμορφωμένες λαμαρίνες, ανταποδίδουν τον στρατιωτικό χαιρετισμό οι αγέρωχοι Έλληνες ναυτικοί. Και κάπου εκεί ψηλά στον ουρανό, ο εορτάζων Άγιος τούς ευλογεί χαμογελαστός και ολοφάνερα ευχαριστημένος. Κανείς δεν τον βλέπει, αλλά σίγουρα οι Έλληνες αισθάνονται έντονα την παρουσία του. Επιτέλους, οι ηρωικοί Έλληνες έφτασαν, με την βοήθειά του, σε ασφαλές λιμάνι.
Αλλά ας δούμε την ιστορία από την αρχή. Είναι Απρίλιος του 1941. Ο ηρωικός Ελληνικός στρατός, αφού έγραψε τις εποποιίες του «ΟΧΙ» και των οχυρών της «ΓΡΑΜΜΗΣ ΜΕΤΑΞΑ», συνθηκολογεί. Οι μηχανοκίνητες γερμανικές φάλαγγες κατεβαίνουν τον κορμό της Ελλάδος, ενώ τα stukas βομβαρδίζουν ανελέητα λιμάνια, συγκοινωνιακούς κόμβους και πόλεις. Και όμως σε αυτές τις ώρες, που τα πάντα είναι υπό διάλυση, το Βασιλικό Ναυτικό μας, συνεπές στις χιλιετίες τής ένδοξης ιστορίας του, χάρις στην ευψυχία και ψυχραιμία των Στρατιωτικών μας, αναχωρεί συγκροτημένα προς την Αίγυπτο. Οι ναυτικοί μας, μετά τον τιτάνιο εξάμηνο αγώνα που έδωσαν ενάντια στο πανίσχυρο ιταλικό ναυτικό και αεροπορία, θέλουν να συνεχίσουν τον αγώνα στο πλευρό των συμμάχων. Αυτών των συμμάχων που αργότερα θα μάς προδώσουν, για πολλοστή φορά. Αλλά αυτό δεν είναι αντικείμενο τού παρόντος. Τα ψυχωμένα πληρώματα, δεν υπολογίζουν το ότι Γερμανοί και Ιταλοί έχουν την απόλυτη υπεροπλία σε αέρα και θάλασσα και ότι τα γερασμένα πολεμικά μας πλοία αποτελούν εύκολο στόχο ιδίως για τα τορπιλοπλάνα.
Ενδιαφέρονται μόνο να μεταφέρουν την Γαλανόλευκη στα ελεύθερα λιμάνια της Αιγύπτου και να συνεχίσουν τον αγώνα. Σύντομα οι Βρετανοί διαπιστώνουν την εξαίρετη ναυτοσύνη των Ελλήνων και έτσι στα τέλη του 1941, ενισχύουν τον στόλο μας με δύο καινούργια, νέου τύπου, Αντιτορπιλικά (Α/Τ). Αυτά, προς τιμήν των πολύ πρόσφατων ηρωικών αγώνων του στρατού μας στην Ήπειρο και του ναυτικού μας στην Αδριατική βαφτίζονται αντίστοιχα «ΠΙΝΔΟΣ» και «ΑΔΡΙΑΣ».
Στις 20 Ιουλίου 1942, πραγματοποιείται η επίσημη παραλαβή τού «ΑΔΡΙΑΣ» και υψώνεται η γαλανόλευκη. Κυβερνήτης του ο πανάξιος Αντιπλοίαρχος Ιωάννης Τούμπας, που έχει ήδη γράψει ένδοξες σελίδες ως κυβερνήτης του Α/Τ «ΑΕΤΟΣ». Μετά από σύντομη εκπαίδευση αναλαμβάνει δράση συνοδεύοντας νηοπομπές στον Βόρειο Ατλαντικό, με τους παγωμένους ανέμους να φτάνουν τα 10 μπωφόρ και τα γερμανικά υποβρύχια να αποτελούν μια μόνιμη απειλή. Όλες οι αποστολές του στέφονται με πλήρη επιτυχία, μάλιστα βυθίζει δυο γερμανικά υποβρύχια και συλλαμβάνει ένα ισπανικό πλοίο που εκτελούσε λαθρεμπόριο επ’ ωφελεία του Άξονος. Από τον Απρίλιο του 1943, συνοδεύει νηοπομπές 100 έως και 120 πλοίων στα εξαιρετικά επικίνδυνα νερά της Μεσογείου. Τορπιλοπλάνα, νάρκες, υποβρύχια, εχθρικά πλοία, αποτελούν μια διαρκή θανάσιμη απειλή. Και εδώ η δράση του είναι εξαιρετική, διασώζοντας εκατοντάδες ναυαγούς πληγέντων πλοίων, καθώς και συμμάχους πιλότους καταρριφθέντων αεροσκαφών. Στις 20 Ιουλίου 1943, εμπλέκεται σε ναυμαχία με τρεις γερμανικές τορπιλακάτους, εκ των οποίων βύθισε τις δύο και προκάλεσε μεγάλες ζημιές στην τρίτη. Σε αυτήν την ναυμαχία, είχε και τον πρώτο του νεκρό, καθώς και 18 τραυματίες. Μια πρώτη ανταμοιβή έρχεται για το «ΑΔΡΙΑΣ» στις 10 Σεπτεμβρίου 1943 όταν επιλέγεται να συμμετέχει στον στολίσκο που παραδόθηκε ο ιταλικός στόλος του Νότου. Ήρθε η Νέμεσις για τους Ιταλούς.
Στις 03:00 της 21ης Οκτωβρίου 1943 το «ΑΔΡΙΑΣ» αποπλέει για την πιο δύσκολη αποστολή του: Την συμμετοχή στην απελευθέρωση των Δωδεκανήσων που τώρα τα κατείχαν – μετά την παράδοση της Ιταλίας – οι Γερμανοί. Χαρακτηριστικά, όταν ο Αρχιπλοίαρχος Todd, ανέθετε στον Τούμπα την αποστολή, τού είπε ότι «..δεν έδινε περισσότερο από 20% πιθανότητες να τον ξαναδεί». Πράγματι, πολλά νησιά των Δωδεκανήσων διέθεταν αεροδρόμια, και σχεδόν όλα παράκτια πυροβολεία, υπήρχαν πολλά ναρκοπέδια και τα πλοία μας δρούσαν χωρίς αεροπορική κάλυψη. Μέσα στους δύο πρώτους μήνες της επιχείρησης βυθίσθηκαν πέντε βρετανικά Α/Τ και το Α/Τ «ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ».
Στις 03:11 της 22ας Οκτωβρίου 1943, το «ΑΔΡΙΑΣ» που μετέφερε εφόδια στη Λέρο μαζί με το βρετανικό Α/Τ «Hairworth» δέχθηκε επίθεση από stukas, αλλά κατάφερε να διαφύγει χωρίς απώλειες, από τον εικοσάλεπτο βομβαρδισμό, πλέοντας ελίγδην με πλήρη ταχύτητα.
Στις 07:00 τα δύο πλοία βρίσκουν καταφύγιο σε τουρκικές νησίδες κοντά στα Ίμια. Ως γνωστόν η Τουρκία τότε ήταν ο “επιτήδειος” ουδέτερος. Στις 19:30 τα δύο πλοία αποπλέουν προς Κάλυμνο, για τη δημιουργία αντιπερισπασμού.
21:56: Ισχυρότατη διπλή έκρηξη, από νάρκες, συγκλονίζει το «ΑΔΡΙΑΣ». Το πλοίο κόβεται στη μέση. Όλη η πλώρη, από τη γέφυρα και μπροστά έχει εξαφανιστεί. Η θάλασσα ορμά να καταπιεί και το υπόλοιπο πλοίο. Η ναυτοσύνη των Ελλήνων κάνει το θαύμα της. Το πλήρωμα αντιδρά άψογα. Πλοίαρχος και Αξιωματικοί δίνουν άμεσα τις κατάλληλες διαταγές. Οι άνδρες, με παροιμιώδη ψυχραιμία σπεύδουν να κλείσουν τα στεγανά. Το «Hairworth» πλευρίζει το λαβωμένο πλοίο, το οποίο έχει πάρει κλίση 12ο για να παραλάβει τους επιζώντες. Παράξενο για τους Βρετανούς, λογικότατο για τους Έλληνες. Ο Τούμπας αρνείται να εγκαταλείψει το πλοίο. Φέρει τη Γαλανόλευκη. Είναι ένα τμήμα ελεύθερης Ελλάδος. Θα το σώσει!
22:10: Μια λάμψη 100 μέτρων φωτίζει το «Hairworth», που τραντάζεται από ισχυρότατη έκρηξη και βυθίζεται σχεδόν αμέσως, ενώ βρίσκεται σε απόσταση 100 γιάρδων από το «ΑΔΡΙΑΣ». Ο Τούμπας προσπαθεί να περισυλλέξει ναυαγούς, αλλά αυτοί δυστυχώς δεν υπάρχουν. Πετάει μια σχεδία στη θάλασσα και προσπαθεί να βγει από το ναρκοπέδιο πλέοντας προς τις τουρκικές ακτές. Το πλήρωμα εργάζεται υπεράνθρωπα για να αποκαταστήσει, όσο μπορεί, τις ζημιές. Καταστρέφουν κώδικες, απόρρητα έγγραφα, συσκευές σόναρ και ραντάρ. Διατάσσεται σημαιοστολισμός και έπαρση την “καλής” μεταξωτής σημαίας, δωρεά των Ελληνίδων του Λονδίνου. Αν είναι να βυθιστεί το πλοίο αυτό θα γίνει με όλες τις τιμές, όπως αξίζει σε γενναίους πολεμιστές. Ο Τούμπας, που πλέει χωρίς όργανα, μόνο με την βοήθεια του Πολικού Αστέρα, βλέπει μικρά φώτα. Είναι η αρχαία πολίχνη Μύνδος, τώρα ένα ψαροχώρι που οι βάρβαροι κατακτητές αποκαλούν: «Γκιουμουσλούκ». Το πλοίο έχει πάρει κλίση 28ο, αλλά ο Πλοίαρχος με επιδέξιους χειρισμούς καταφέρνει να το “ακουμπήσει” μαλακά στην αμμουδιά.
Τώρα όλοι δουλεύουν πυρετωδώς στο αραγμένο πλοίο. Γίνεται η περισυλλογή και ταφή, με όλες τις τιμές, των 21 νεκρών στην πανάρχαια ελληνική γη της Ιωνίας. Φτιάχνουν ένα μικρό μνημείο που το κάνει τεράστιο η επιγραφή: «Ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος». Αρχίζει η συστηματική περίθαλψη των 30 τραυματιών. Ο γιατρός τού πλοίου, ο Ανθυποπλοίαρχος Καποδίστριας, κάνει θαύματα, παρά τα ελάχιστα μέσα που διαθέτει. Το καρρέ των Υπαξιωματικών είναι το νέο ιατρείο. Εκεί φθάνει και ο Πλοίαρχος για να εμψυχώσει τους τραυματίες. Βλέπει τον γιατρό να κόβει – με ένα κοινό ψαλίδι και χωρίς αναισθητικό – από τον αγκώνα το χέρι του Δίοπου Γιώργου Παπαφρατζέσκου. Ο Τούμπας προσπαθεί να του πει δυο λόγια για να απαλύνει τον πόνο του. Ο Δίοπος τον διακόπτει: «Δεν με νοιάζει για το χέρι κ. Κυβερνήτα. Τι είναι ένα χέρι για την Πατρίδα;» Αλλοίμονο, και που να φανταζόταν τότε, ο ηρωικός Δίοπος πόσο “φτηνά πουλάνε” την Πατρίδα οι σημερινοί πολιτικάντηδες!
Ενώ οι πρόχειρες επισκευές προχωρούν ολοταχώς, ο Πλοίαρχος συντάσσει όλα τα απαραίτητα έγγραφα προς τις τουρκικές αρχές για τη νομότυπη προσωρινή παραμονή του πλοίου. Σύμφωνα όμως με το Διεθνές Ναυτικό Δίκαιο, πρέπει το πλοίο να απομακρυνθεί το συντομότερο, καθώς αλλιώς θα θεωρηθεί αιχμάλωτο πλήρωμα και πλοίο.
21:00 της 1ης Δεκεμβρίου 1943. Το πλοίο αποκολλάτε, με «ίδιες δυνάμεις». Οι ναυτικοί μας έκαναν το θαύμα τους. Στην αρχή πλέει με την πρύμνη μπροστά. Έτσι όμως πλέει αργά. Ο πλοίαρχος δεν το διακινδυνεύει να πληγεί ξανά. Πλοίαρχος και πλήρωμα, κάνοντας επίδειξη ναυτοσύνης πλέουν με τη “νέα πλώρη” μπροστά, αν και οι βρετανοί ναυπηγοί αυτό το είχαν αποκλείσει. Στις 16:00 της 2ας Δεκεμβρίου το «ΑΔΡΙΑΣ» πλέει έξω από το Καστελλόριζο. Εκεί συναντάται με δύο βρετανικά Α/Τ που θα το συνοδεύσουν, σε ένα τετραήμερο ταξίδι, χωρίς άλλα απρόοπτα, μέχρι την Αλεξάνδρεια, όπου θα τύχει της πανηγυρικής υποδοχής, που αναφέρθηκε στην αρχή.
Το «ΑΔΡΙΑΣ», μετά από επισκευές σε δεξαμενή, έπλευσε, πάντα με Κυβερνήτη τον Ιωάννη Τούμπα, τον Οκτώβριο του 1944 στην Ελλάδα. Αυτό το “μισό” πλοίο ανέπτυξε ταχύτητα 22 κόμβων. Στη συνέχεια έπλευσε στην Αγγλία. όπου η επισκευή του κρίθηκε ασύμφορη, έληγε και ο πόλεμος, συνεπώς οι πολεμικές ανάγκες εξέλειπαν και έτσι το «ΑΔΡΙΑΣ» διαλύθηκε. Η πολεμική του Σημαία όμως μεταφέρθηκε σε νέου τύπου Α/Τ με το ίδιο όνομα. Σήμερα αυτή η πολεμική Σημαία, κοσμεί από το 1994 το καρρέ των Αξιωματικών της φρεγάτας «ΑΔΡΙΑΣ».
Τα σίδερα είναι προσωρινά, σκουριάζουν και διαλύονται. Όμως το Θάρρος, η Αξιοσύνη και το Ηθικό των Ενόπλων μας Δυνάμεων είναι αιώνια. Κλείστε τα αυτιά σας στις κραυγές των πολιτικάντηδων περί «παντοδύναμης Τουρκίας». Αρκεί οι Έλληνες να ομονοήσουν και να τύχουν μιας ελληνόψυχης διακυβέρνησης και τότε θα καταλάβουν οι γείτονές μας ποια είναι η «Γαλάζια Πατρίδα» και ποια τα «Σύνορα της Καρδιάς» του Ελληνισμού. Οι άρτια εκπαιδευμένες, στελεχωμένες και εξοπλισμένες Ένοπλες Δυνάμεις μας θα τους τα υποδείξουν. Θα καταστήσουν το Αιγαίο μια Ελληνική λίμνη, όπως ακριβώς μας το παρέδωσε το θρυλικό θωρηκτό «Αβέρωφ». Θα το ενώσουν με την Ανατολική Μεσόγειο όπου θα κυριαρχεί ο Ελληνισμός της ελεύθερης Κύπρου μας. Θα ελευθερώσουν, για τέταρτη φορά και οριστικά, τα σκλαβωμένα αδέλφια μας της Βόρειας Ηπείρου. Θα «πείσουν» τους σκοπιανούς να μην έχουν καμιά διάθεση να αποκαλούνται «Μακεδόνες» και παράλληλα θα φέρουν στην αγκαλιά της Μητέρας Ελλάδος τον Ελληνισμό του Μοναστηρίου, που οι πολιτικάντηδες σκόπιμα τον ξεχνούν.
Οι Στρατιωτικοί μας γρήγορα θα επουλώσουν τις πληγές από τις αλλοπρόσαλλες πολιτικές, το 15ετές (2007 2022) εμπάργκο εξοπλισμών, τους εξευτελιστικούς μισθούς και τα ευκαιριακά πανάκριβα “ψώνια” της κυβέρνησης “των αρίστων”. Έχουν άλλωστε μια πολύ βαριά Ιστορία να τιμήσουν. Οι παππούδες μας είπαν «ΟΧΙ» σε δύο αυτοκρατορίες, οι πρόγονοί μας έφθασαν «εφ’ όπλου λόγχη» μέχρι το Καλέ Γκρότο. Η δικιά μας γενιά μπορεί να κάνει πραγματικότητα τον διακαή πόθο μας: Μπορεί να αποδείξει, ότι η λειτουργία στην Αγιά Σοφιά, που έκανε ο τολμηρός Παπαλευτέρης Νουφράκης, το 1919, ήταν μεν η πρώτη στη σύγχρονη εποχή, αλλά όχι η τελευταία.



