Γράφει η Ρίκα Θωμάκου
Η Νήσος Τινιάν των συμπλέγματος των Μαριανών, στον δυτικό Ειρηνικό ωκεανό, δεν είναι μόνο ένας παραθαλάσσιος παράδεισος, αλλά διαθέτει και αεροδρόμιο. Απ’ αυτό την 6 η Αυγούστου 1945, απογειώνονται τρία αμερικανικά ανιχνευτικά αεροσκάφη Β-29 στη 01:37. 02:45, ακολουθεί η απογείωση του Β-29 «Enola Gay». Φέρει το όνομα της μητέρας τού κυβερνήτη του 29χρονου Σμήναρχου Πολ Τίμπετς. Το «Enola Gay» μεταφέρει το θανάσιμο φορτίο, την ατομική βόμβα με το όνομα «Little boy» (αγοράκι). Από τα δύο άλλα Β-29 που το συνοδεύουν, το ένα μεταφέρει διάφορα όργανα για τη μέτρηση της έκρηξης από την ατομική βόμβα και το άλλο θα φωτογράφιζε και θα κινηματογραφούσε τον βομβαρδισμό. Η νυχτερινή πτήση
προς την Ιαπωνία γίνεται χωρίς προβλήματα.
06:40: το «Enola Gay» αρχίζει να ανεβαίνει από τα 9.000 πόδια, στο ύψος βομβαρδισμού των 30.000 ποδιών. (σ.σ. Ένα ασφαλές ύψος στο οποίο δεν έφταναν τα ιαπωνικά καταδιωκτικά), 07:09, τα ανιχνευτικά Β-29 αναφέρουν ότι ο ουρανός είναι αίθριος πάνω από τη Χιροσίμα. 08:11, το πλήρωμα του «Enola Gay» βλέπει καθαρά την πόλη. 08:13, ο Τίμπετς διατάσσει τον σκοπευτή ν’ αφήσει την ατομική βόμβα, στο κενό. 08:15:7, η βόμβα φεύγει από το αεροσκάφος και 45 δευτερόλεπτα αργότερα μια τρομερή αστραπή, σχεδόν τυφλώνει τους Αμερικανούς αεροπόρους, αν και φορούν γυαλιά οξυγονοκολλητών. Αμέσως μετά ένα τεράστιο κοκκινωπό μανιτάρι υψώνεται στον ουρανό μαζί με τις ψυχές 80.000 αθώων πολιτών. Τα αμερικανικά Β-29 επιστρέφουν με ασφάλεια στη βάση τους. Η κόλαση όμως στην Ιαπωνία θα επαναληφθεί τρεις ημέρες αργότερα στο Ναγκασάκι και θα συνεχιστεί για δεκαετίες με τις ολέθριες συνέπιες της ραδιενέργειας να αυξάνουν τους νεκρούς σε περισσότερους από 200.000 και να προξενούν εκατοντάδες χιλιάδες αναπηρίες, τερατογενέσεις κλπ.
Στη παγκόσμια ιστορία ανοίγεται μια νέα μελανή σελίδα, γεμάτη τρόμο, πόνο, θάνατο. Όμως εκείνη την περίοδο (πριν 80 χρόνια) η συντριπτική πλειοψηφία της αμερικανικής (όπως και της αγγλικής και γαλλικής) κοινής γνώμης υποδέχεται με ενθουσιασμό το γεγονός. Ελάχιστοι Αμερικανοί ενδιαφέρονταν για το πόσοι Ιάπωνες θα χαθούν, σχεδόν κανένας δεν αναλογιζόταν τις συνέπειες. Ο στρατηγός της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ Curtis Emerson LeMay, που ήταν “αρχιτέκτονας” των βομβαρδισμών των ιαπωνικών πόλεων, μιλώντας για τον βομβαρδισμό του Τόκιο είπε χαρακτηριστικά: «Κάψαμε, λιώσαμε και ψήσαμε μέχρι θανάτου περισσότερους ανθρώπους στο Τόκιο εκείνη τη νύχτα της 9ης προς 10η Μαρτίου από όλους εκείνους οι οποίοι εξατμίστηκαν στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. Το να σκοτώνω Γιαπωνέζους δεν με ενοχλούσε και τόσο πολύ εκείνο τον καιρό Υποθέτω ότι αν έχανα τον πόλεμο, θα δικαζόμουν ως εγκληματίας πολέμου.»
Όμως η ιστορία γράφεται από τους νικητές, οι οποίοι με την προπαγάνδα και τα λοιπά μέσα επιβολής της εξουσίας, ξέρουν πολύ καλά να “διαμορφώνουν” την κοινή γνώμη. Για τους ισχυρούς δεν υπάρχουν ηθικά διλλήματα, υπάρχουν μόνο γεωστρατηγικά συμφέροντα. Έτσι και στις Χιροσίμα, Ναγκασάκι, ελάχιστα ενδιέφερε την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ, αν ήταν απαραίτητος ο πυρηνικός όλεθρος προκειμένου να παραδοθεί η Ιαπωνία. Το ότι η ρίψη των βομβών δεν ήταν απαραίτητη για να επιτευχθεί η ειρήνη προέκυψε αργότερα από τις μαρτυρίες κορυφαίων παραγόντων της εποχής, και από τον αποχαρακτηρισμό ορισμένων (σ.σ. όχι όλων, ακόμα κάποια τα κρύβουν) του δικτύου «ULTRA» (σ.σ. το σπάσιμο των ιαπωνικών κωδίκων) και των αναφορών «MAGIC» (σ.σ. σύστημα διαλογής των σημαντικότερων υποκλαπέντων πληροφοριών και εν συνεχεία υποβολή περιληπτικών αναφορών προς την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία).
Ενδεικτικά προέκυψαν τα εξής:
Τον Ιούλιο του 1945 η Ιαπωνία δεν είχε άλλη επιλογή από τη συνθηκολόγηση, καθώς η χώρα είχε περιέλθει σε τραγική κατάσταση, συνεχώς επιδεινούμενη. Ο μοναδικός της σύμμαχος, η Γερμανία, είχε παραδοθεί άνευ όρων από τις 8 Μαΐου. Οι πέντε μεγάλες ιαπωνικές πόλεις (Τόκιο, Οσάκα, Ναγκόγια, Κόμπε, Γιοκοχάμα) είχαν καταστραφεί σε ποσοστό 40-60%. 60 δευτερεύουσες πόλεις με 30.000 έως 320.000 κατοίκους είχαν πυρποληθεί σε ποσοστό 60 έως και 99%. Τα θύματα είχαν ξεπεράσει το εκατομμύριο. Είχαν εξαντληθεί όλες οι πρώτες ύλες, καθώς πρακτικά δεν υπήρχε ιαπωνικός πολεμικός στόλος και συνεπώς δεν υπήρχαν θαλάσσιες μεταφορές. Ταυτόχρονα είχαν παραλύσει λόγω των αεροπορικών βομβαρδισμών και οι χερσαίες μεταφορές, που γινόντουσαν κυρίως με τραίνα. Έτσι στην Ιαπωνία δεν υπήρχαν πλέον ούτε καύσιμα, ούτε μέταλλα, ούτε καν πυρίτιδα και εκρηκτικά και η βιομηχανική παραγωγή είχε σταματήσει. Παράλληλα είχαν εξαντληθεί και τα τρόφιμα και μεγάλες περιοχές υπέφεραν από πείνα.
Από τον Φεβρουάριο του 1945 ο Αυτοκράτορας Χιροχίτο δεχόταν εισηγήσεις για συνθηκολόγηση. Συγκεκριμένα στις 14/02/1945 ο πρωθυπουργός Κονόε υπέβαλε υπόμνημα στον Αυτοκράτορα ζητώντας τη σύναψη ανακωχής με μοναδικό όρο την διατήρηση της αυτοκρατορικής δυναστείας.
Οι διπλωματικές προσπάθειες, μέσω των πρεσβευτών ουδετέρων χωρών, για ειρήνη εντάθηκαν για να κορυφωθούν στις 12/07/1945 με επιστολή προς τον πρεσβευτή της Ιαπωνίας στη Μόσχα, με προσωπικό μήνυμα του Χιροχίτο προς την ηγεσία της ΕΣΣΔ. (σ.σ. με την οποία η Ιαπωνία είχε υπογράψει σύμφωνο μη επίθεσης το 1941, το οποίο παραβίασε ο Στάλιν κηρύσσοντας τον πόλεμο στην Ιαπωνία, μετά την ρίψη των πυρηνικών). Στο μήνυμά του ο αυτοκράτορας ζητούσε ανακωχή, για να αποφευχθεί η περαιτέρω αιματοχυσία, με μοναδικό όρο να διατηρήσει το αξίωμά του. Φυσικά οι σοβιετικοί δεν έκαναν τίποτα, καθώς τους συνέφερε η συνέχιση του πολέμου. Απλώς ήθελαν λίγο χρόνο για να προλάβουν να μεταφέρουν τα στρατεύματά τους από την Ευρώπη στην Μαντζουρία. Έτσι θα μπορούσαν να κερδίσουν όσα τούς υποσχέθηκαν στη Γιάλτα, με μοναδική προϋπόθεση να επιτεθούν στην Ιαπωνία. Τότε θα τους έδιναν: Τις Κουρίλες νήσους, τη νότια Σαχαλίνη, το Πορτ Άρθουρ (ως στρατιωτική βάση), το Ντάϊρεν (ως εμπορικό λιμάνι) και συμμετοχή στους σιδηροδρόμους της Μαντζουρίας. Βλέπετε τι ωραία που “μοίραζαν” τον κόσμο και πόσο πολύ τους ενδιέφερε, ανέκαθεν, η ελευθερία και η αυτοδιάθεση των λαών!
Με τα προαναφερθέντα δεν ισχυριζόμαστε φυσικά ότι οι Ιάπωνες ήταν άμοιροι ευθυνών και ότι δεν διέπραξαν εγκλήματα πολέμου, απλώς θέλουμε να καταδείξουμε ότι η ρίψη των πυρηνικών δεν ήταν αναγκαία για τον τερματισμό του πολέμου, αλλά ήταν “απαραίτητη” για τρεις λόγους: Πρώτον έπρεπε να σταλεί ένα προειδοποιητικό (μάλλον απειλητικό) μήνυμα προς την ΕΣΣΔ, η οποία τότε είχε τον πολυπληθέστερο (ίσως και ισχυρότερο) στρατό και πρόβαλε ως κύριος ανταγωνιστής των ΗΠΑ. Δεύτερον έπρεπε να εξαλειφθεί η ηγεσία της Ιαπωνίας, η οποία είχε συνδεθεί με την ύπαρξη της Ιαπωνίας, με την πολιτική ισχύος και συνεπώς ανεξαρτησίας. Και τρίτον θα “έδινε ένα καλό μάθημα” στον ιαπωνικό λαό, για να μάθει να μην επιδεικνύει μαχητικό πνεύμα και υπερηφάνεια. Εκτιμώ ότι αυτό το πνεύμα του ιαπωνικού λαού ήταν ο πραγματικός στόχος.
Μήπως άλλωστε, εδώ και πολλά χρόνια αυτός ο υπερήφανος Ελληνικός λαός, που γεννά πολιτισμούς και ήρωες, δεν αποτελεί καρφί στα μάτια των παγκοσμιοποιητών; Ευτυχώς ακόμα δεν μας βομβαρδίζουν με πυρηνικά, μας “εκπαιδεύουν” όμως να ανεχόμαστε να μας κυβερνούν και να μας εξοντώνουν, ηθικά, υλικά και βιολογικά, εντολοδόχοι πολιτικάντηδες. Μήπως πλησιάζει η ώρα που θα συνειδητοποιήσουμε τι γίνεται; Μήπως πλησιάζει η ώρα της Νέμεσης;