Τα νέα πολεμικά γεγονότα στην Γάζα, δείχνουν να οδηγούν «στο κόκκινο» τις σχέσεις Ισραήλ - Τουρκίας. Η τουρκική σχέση με την Χαμάς (τμήμα του δικτύου των Αδελφών Μουσουλμάνων), η προσέγγιση Τουρκίας - Ιράν τα τελευταία χρόνια και η επιδίωξη του Ερντογάν να εμφανιστεί ως πατέρας - προστάτης των απανταχού μουσουλμάνων (που τον οδηγεί να εκφράζεται με σκληρή γλώσσα εναντίον του Ισραήλ), τοποθετούν τις δυο χώρες στην τρέχουσα σύγκρουση σε αντίπαλα στρατόπεδα. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία διεκδικεί να παίξει (και να πουλήσει ακριβά) ρόλο διαμεσολαβητή μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης. Σίγουρα, όσο η σύγκρουση στην Γάζα οδηγείται στα άκρα, οι δυνατότητες τέτοιων διπλωματικών ελιγμών από την Τουρκία θα είναι προφανώς δυσκολότερες, ενώ προκλήσεις στην περιφερειακή πολιτική του Ερντογάν θέτει και η αναβάθμιση του ρόλου άλλων ενδιάμεσων παικτών στην περιοχή (βλέπε Αίγυπτος).
Ιστορικά, Ισραήλ και Τουρκία είναι δυο χώρες με στενές συμμαχικές σχέσεις βασισμένες πάνω στα κοινά γεωπολιτικά συμφέροντά τους. Η συνεργασία αυτή αποτυπώνεται, τόσο στις σταθερές οικονομικές σχέσεις ακόμη και σε περιόδους γεωπολιτικής κρίσης -με μόνη εξαίρεση ίσως τον κλάδο του τουρισμού, ο οποίος ανακάμπτει τα 2-3 τελευταία χρόνια, μετά από μια δεκαετία χαμηλών πτήσεων- όσο και στην κοινή στάση ανοικτών γεωπολιτικών μετώπων (βλέπε Ουκρανία, Αζερμπαϊτζάν). Δεν είναι όμως μια σχέση ανέφελη, αφού οι περιφερειακές φιλοδοξίες Τουρκίας και Ισραήλ συχνά -πυκνά τους φέρνουν σε αντίθετα στρατόπεδα, συχνά με αιχμή το Παλαιστινιακό, αλλά όχι μόνο (βλέπε υποστήριξη ΗΠΑ/Ισραήλ στους Κούρδους της Συρίας κ.α.). Έφτασαν μάλιστα μέχρι το σημείο διακοπής διπλωματικών σχέσεων μετά τα επεισόδια του Μαβί Μαρμαρά το 2010, ενώ από τότε περίοδοι κρίσεις διαδέχονται περιόδους επαναπροσέγγισης, συχνά μετά από παρότρυνση των ΗΠΑ.
Η γενίκευση της πολεμικής ανάφλεξης στην Μέση Ανατολή πολλαπλασιάζει την αστάθεια και την αβεβαιότητα και στις διμερείς σχέσεις. Δύσκολα μπορεί να γίνουν προβλέψεις για την εμπλοκή της Τουρκίας στα επόμενα βήματα αυτής της σύγκρουσης. Μπορεί όμως να δούμε σε μεγαλύτερο βάθος κάποιες βασικές σταθερές των σχέσεων Ισραήλ - Τουρκίας, που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα τις όποιες εξελίξεις.
Σταθερά αυξανόμενη καταγράφεται η οικονομική συνεργασία των δυο χωρών. Οι εξαγωγές της Τουρκίας προς το Ισραήλ, ξεπέρασαν το 2022 τα 7 δισ. δολάρια, με σταθερή ανοδική τάση την τελευταία 25ετία, που δεν κάμφθηκε ούτε μετά την κρίση των τουρκοισραηλινών σχέσεων μετά την επίθεση του ισραηλινού στρατού στο Μαβί Μαρμαρά το 2010. Από την άλλη μεριά, οι συνολικές εξαγωγές του Ισραήλ προς την Τουρκία το 2022, ανήλθαν στα 2,35 δισ. δολάρια με τον μέσο όρο της δεκαετίας να αγγίζει τα 2 δισ. δολάρια.
Τα παραπάνω στοιχεία, παρμένα από την βάση δεδομένων COMTRADE του ΟΗΕ, κατατάσσουν την Τουρκία ως τον τρίτο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο του Ισραήλ -μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα- με σημαντικό μερίδιο στην προμήθεια πρώτων υλών (μέταλλα, πλαστικά κ.ο.κ.), των αυτοκινήτων και των ηλεκτρικών ειδών. Ταυτόχρονα, αποτυπώνουν και την ανοδική τάση στην παραγωγική και εξαγωγική δυναμική της τουρκικής οικονομίας, βασικό μοχλό στην προσπάθειά της να καταστεί υπολογίσιμη πλανητική δύναμη. Στον αντίποδα, και για να έχουμε μια αίσθηση της τάξης των μεγεθών, οι αντίστοιχες εξαγωγές της Ελλάδος προς το Ισραήλ, οριακά ξεπερνούν κατά μέσο όρο την τελευταία δεκαετία τα 500 εκατ. δολάρια, με την μερίδα του λέοντος των εξαγόμενων προϊόντων να καταλαμβάνουν τα ορυκτά καύσιμα (που προφανώς δεν παράγονται στην Ελλάδα) και τα παράγωγα αυτών, αναδεικνύοντας τον ρόλο της χώρας μας ως μεσάζοντα.
Στενή είναι η συνεργασία των δυο χωρών και στον στρατιωτικό τομέα, ήδη από την δεκαετία του 1960. Στρατηγικός σύμμαχος του ΝΑΤΟ το Ισραήλ, ο δεύτερος μεγαλύτερος στρατός της «συμμαχίας» η Τουρκία, και οι δυο χώρες χαρακτηρίζονται από την συνεχή εκπαίδευση στις ένοπλες δυνάμεις τους και την επιμονή στην ανάπτυξη της εγχώριας πολεμικής βιομηχανίας, καθώς και την στήριξη του στρατού τους σε δικά τους συστήματα και μέσα. Τα τελευταία χρόνια οι περιοδικές κρίσεις δεν επέτρεψαν την σύναψη μεγάλων αμυντικών συμφωνιών, όμως (σύμφωνα με διάφορες πηγές) το Ισραήλ υπήρξε από τους βασικούς αιμοδότες σε τεχνογνωσία κατά τα πρώτα βήματα του φιλόδοξου προγράμματος drones της Τουρκίας, ενώ μετά το εμπάργκο όπλων από δυτικές χώρες ήταν οι ισραηλινές εταιρείες αυτές που προμήθευσαν την Τουρκία με εξαρτήματα απαραίτητα για την παραγωγή των Bayraktar. Τέλος, είναι τουρκικές εταιρείες αυτές που κατασκευάζουν εξαρτήματα και υποσυστήματα για μια σειρά οπλικά συστήματα του ισραηλινού στρατού, διατηρώντας σταθερή μία «χαμηλής κλίμακας» αμοιβαία συνεργασία σε επίπεδο αμυντικής βιομηχανίας, ακόμη και όταν απουσιάζουν τα μεγάλα συμβόλαια.
Η στρατιωτική συνεργασία αποτυπώνεται και εκτός συνόρων, με την Τουρκία και το Ισραήλ να βάζουν πλάτες στα εγκλήματα του Αζερμπαϊτζάν εναντίoν των Αρμενίων του Αρτσάχ. Ήταν τα τουρκικά και ισραηλινά μη επανδρωμένα αεροπλάνα που βοήθησαν τους Αζέρους να κερδίσουν τον πόλεμο του 2020 και άνοιξαν τον δρόμο για τον αποσιωπημένο ξεριζωμό 200.000 Αρμενίων από τα σπίτια τους. Για την Τουρκία, το Αζερμπαϊτζάν αποτελεί την δεύτερη πατρίδα του κοινού τουρκικού έθνους, ενώ για το Ισραήλ έναν χρήσιμο σύμμαχο στα σύνορα με το Ιράν και σε ανοιχτό ανταγωνισμό μαζί του.
Τα τελευταία χρόνια, το Ισραήλ επεδίωξε να διαφοροποιήσει την εξωτερική του πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο, αναβαθμίζοντας την συνεργασία του με την Ελλάδα και την Κύπρο, αξιοποιώντας αυτήν την τριγωνική σχέση ως μοχλό πίεσης και προς την Τουρκία. Στην Ελλάδα, η στροφή αυτή χαιρετίστηκε -από όλα τα κόμματα που μας κυβέρνησαν- ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία. Στην πράξη όμως, βλέπουμε τα αποτελέσματα της ανισοβαρούς αυτής σχέσης που δορυφοριοποιούν την Ελλάδα και την Κύπρο στις γεωπολιτικές επιδιώξεις Ισραήλ, χωρίς κάποιο σημαντικό αντάλλαγμα από πλευράς του Τελ Αβίβ.
Πράγματι, το Ισραήλ δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι δεν πρόκειται να παίξει κάποιον ενεργό ρόλο σε περίπτωση σύγκρουσης με την Τουρκία. Αντιθέτως, φαίνεται να αποδέχεται τον τουρκικό εκβιασμό, πως καμία διευθέτηση δεν μπορεί να προχωρήσει στην περιοχή της Μεσογείου αν δεν περιλαμβάνει και την Τουρκία. Κάπως έτσι, πολυδιαφημισμένα «πρότζεκτ», όπως η ενεργειακή διασύνδεση Ισραήλ-Ευρώπης, μέσω αγωγών (East Med) ή υποθαλάσσιων καλωδίων (EuroAsia Interconnector) με ενδιάμεσους σταθμούς την Κύπρο και την Ελλάδα, λειτουργούν ως πολυμερή σχήματα συνεργασίας, τα οποία προοπτικά εντάσσουν και την Τουρκία, αναγνωρίζοντάς της δικαιώματα που απορρέουν από τα τετελεσμένα της παράνομης κατοχής της Κύπρου και των πειρατικών της ενεργειών (ερευνητικές γεωτρήσεις, τουρκολιβυκό μνημόνιο) στις θαλάσσιες ζώνες της Ανατολικής Μεσογείου.
Γιώργος Μάστορας