Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει τις υποκλίσεις στους Τούρκους

Έλληνες  14/02/2024  

Μοιραστείτε το άρθρο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης

Όσο η πολιτική ελίτ της Αθήνας βαυκαλίζεται για το κλίμα εμπέδωσης της «ελληνοτουρκικής φιλίας» και την «ηρεμία» στον αέρα και την θάλασσα του Αιγαίου, η Άγκυρα επιταχύνει τον επεκτατικό βηματισμό της σε ολόκληρο το φάσμα των διεκδικήσεων της, θέτοντας συγκεκριμένες προτεραιότητες και καταγράφοντας επιτυχίες.

Παρά την «πύρινη ομιλία» του Μητσοτάκη στο Κογκρέσο τον Μάϊο του 2022 σχετικά με τους λόγους που οι ΗΠΑ δεν πρέπει να προμηθεύσουν με νέα F-16 την Τουρκία, έχουμε σήμερα την ολοκλήρωση της συναλλαγής μεταξύ ΗΠΑ - Τουρκίας και μάλιστα ως προϊόν επιτυχημένου εκβιασμού της Άγκυρας σχετικά με την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Η «ελληνική» εξωτερική πολιτική απέτυχε παταγωδώς. Για την ακρίβεια, δεν προσπάθησε ποτέ να εκμεταλλευτεί την οξύτατη αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ-Τουρκίας για όλα τα σημαντικά θέματα της περιοχής (Συρία, Ουκρανία, S-400, Λιβύη) υπέρ των συμφερόντων της Χώρας. Αντίθετα, κατάφερε να συνδέσει το εγχώριο, αμφιλεγόμενο χωρίς αμφιβολία, εξοπλιστικό πρόγραμμα με το αντίστοιχο της Τουρκίας. Η πρόσφατη σιωπή της κυβέρνησης (για την ακρίβεια συναίνεση) για την ικανοποίηση των τουρκικών διεκδικήσεων δεν προκαλεί καμία έκπληξη. Παράλληλα, οι δήθεν δεσμεύσεις των ΗΠΑ περί του όρου μη χρήσης των νέων μαχητικών σε Αιγαίο, Κύπρο κ.ο.κ. αποδεικνύονται… κουραφέξαλα. Μόλις πριν λίγες μέρες ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζόσουα Χακ, σε ερώτηση σχετικά με την λεγόμενη επιστολή εγγυήσεων για τους όρους χρήσης των F-16 από την Τουρκία που έστειλε το State Department στο Κογκρέσο απάντησε ως εξής: «Δεν πρόκειται να σχολιάσω ή να κάνω εικασίες σχετικά με τις εσωτερικές επικοινωνίες της κυβέρνησης των ΗΠΑ, τις επικοινωνίες που ένα μέρος της κυβέρνησης μπορεί να έχει ή να μην έχει με άλλο μέρος της κυβέρνησης…».

Την ίδια στιγμή, η Τουρκία, όχι μόνο επανάφερε μέσω Λιβύης στην επικαιρότητα το τουρκολιβυκό σύμφωνο χάραξης θαλάσσιων συνόρων και ΑΟΖ μεταξύ των δυο χωρών, αλλά υπέγραψε και μνημόνιο συνεργασίας για άμεση έναρξη ερευνών φυσικού αερίου στην περιοχή. Εδώ έχουμε μια ανοικτή αμφισβήτηση των Ελληνικών Κυριαρχικών Δικαιωμάτων στα νότια της Κρήτης χωρίς, όχι απλά ουσιαστικής αντίδρασης από την Ελληνική πλευρά, αλλά ούτε καν διαμαρτυρίας.

Το σημαντικότερο είναι ότι στην Κύπρο έχουμε κρεσέντο επιθετικότητας με επιτάχυνση της επιβολής της οριστικής διχοτόμησης του νησιού με την δημιουργία δυο κρατών και της έμπρακτης αμφισβήτησης της ύπαρξης και της κυριαρχίας του Κυπριακού κράτους.

Κυβέρνηση και συστημική αντιπολίτευση στην Αθήνα δείχνουν, παρά τις εξελίξεις, απόλυτα καθησυχασμένες. Έχοντας πλήρως εγκαταλείψει την Λευκωσία και αποσυνδέσει το Κυπριακό από τις Ελληνοτουρκικές διαφορές, επενδύουν στην ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων και την ισχυρή διείσδυση της Τουρκίας στην οικονομία της Χώρας ως πολύτιμο εργαλείο υπέρβασης των τουρκικών διεκδικήσεων σε Αιγαίο και Θράκη. Προβάλλουν, για εσωτερική κατανάλωση, τον μύθο του «ισχυρού εταίρου» και «πολύτιμου συμμάχου», καταπίνοντας την μία μετά την άλλη τις παραχωρήσεις και τις διαψεύσεις των προσδοκιών τους. Και η στάση αυτή δεν αμφισβητείται στο ελάχιστο, ακόμα και όταν κορυφαίοι αξιωματούχοι της γειτονικής χώρας επαναφέρουν προκλητικά το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων εν μέσω του «μήνα του μέλιτος» στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Πιο πρόσφατο, αλλά όχι τελευταίο, παράδειγμα οι δηλώσεις του τούρκου υπουργού Εξωτερικών Φιντάν, ο οποίος αναφερόμενος στις σχέσεις Τουρκίας - Ελλάδος υπογράμμισε ότι υπάρχουν «χρόνια θέματα μεταξύ μας, ιδιαίτερα το καθεστώς των νησιών του Αιγαίου, θέματα που σχετίζονται με τον οπλισμό, τον ορισμό του εναέριου χώρου κ.ο.κ.». Επαναφέροντας έτσι το σύνολο των διεκδικήσεων στο Αιγαίο, αποκάλυψε ταυτόχρονα ότι «έχουμε μια αναζήτηση για το πως μπορεί να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα με μια νέα προοπτική. Μιλάμε για αυτό πολύ με τον ομόλογο μου». Με αυτόν τον τρόπο διέψευσε τις διαβεβαιώσεις του ομολόγου του στην Αθήνα ότι τα κυριαρχικά δικαιώματα της Χώρας είναι εκτός της ατζέντας των συζητήσεων.

Σε αυτό το πνεύμα και η ανώνυμη απάντηση πηγών του «ελληνικού» υπουργείου Εξωτερικών ήταν προσεχτική: «Αποδίδουμε έμφαση σε ζητήματα αμοιβαία επωφελή, αλλά δεν αναιρούμε τις βασικές μας θέσεις. Αυτό ακριβώς αποτυπώνεται και στην Διακήρυξη των Αθηνών». Έμφαση, λοιπόν, στα «αμοιβαία επωφελή» και κατευνασμό στα επίμαχα είναι η στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Συνταγή προσαρμογής στους ΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς που, δίχως άλλο, προετοιμάζει επώδυνες παραχωρήσεις στις τουρκικές προκλήσεις.

 Γιώργος Μάστορας


Μοιραστείτε το άρθρο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης