Ο Φιντάν προβοκάρει και η ΝΔ υποκλίνεται: Η εξωτερική πολιτική του Μαξίμου οδηγεί την Ελλάδα σε αποσύνθεση 

Την ώρα που η Τουρκία επιμένει στην εμπρηστική της ρητορική, παραβιάζει συστηματικά το Διεθνές Δίκαιο στο Αιγαίο και “αναβαθμίζει” διεθνώς τις ανυπόστατες απαιτήσεις της, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επιλέγει τον δρόμο της σιωπής, της “ψύχραιμης στάσης” και τελικά της αποδοχής. 

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα; Το ρεπορτάζ του Politico και οι δηλώσεις του Φίνταν, του Τούρκου ΥΠΕΞ, μέσα από την καρδιά της Δύσης, οι οποίες εμφανίζουν την Ελλάδα ως παραβάτη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ εκείνος μιλά απροκάλυπτα για «τουρκική μειονότητα» στη Θράκη και «παραβιάσεις» στα Δωδεκάνησα.

Κι ενώ αυτά συμβαίνουν δημόσια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να επιδιώκει προσχηματικούς “διαλόγους”, να καλλιεργεί το αφήγημα της “επαναπροσέγγισης” και να μην αντιδρά ούτε με δηλώσεις ουσίας, ούτε με διπλωματική αντεπίθεση. Ο ρόλος της Ελλάδας ως πυλώνας σταθερότητας και μέλος της ΕΕ έχει μετατραπεί σε καθεστώς χαμηλής ισχύος, που φοβάται να ενοχλήσει την Άγκυρα και διστάζει να υπερασπιστεί ενεργά τα κυριαρχικά του δικαιώματα.

Αυτή είναι η εξωτερική πολιτική της ΝΔ: προσγειωμένη στην πολιτική των υποχωρήσεων, της «ήπιας δύναμης» και των επικοινωνιακών συνόδων χωρίς αποτέλεσμα. Αντί να διεθνοποιήσει επιθετικά την τουρκική παραβατικότητα, επιλέγει την εσωτερική κατανάλωση και τη μόνιμη στάση κατευνασμού.

Το ίδιο συμβαίνει και με το Κυπριακό: η Άγκυρα προωθεί ξεκάθαρα τη λύση των δύο κρατών, και η κυβέρνηση της Ελλάδας συνεχίζει να μιλά για… «βελτίωση των σχέσεων» και «εποικοδομητικό διάλογο», την ώρα που το έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι κατεχόμενο, και οι εγγυήτριες συμφωνίες έχουν μετατραπεί σε κουρέλι.

Η Νέα Δημοκρατία οδηγεί την Ελλάδα σε μια περίοδο εξωτερικής πολιτικής παθητικότητας και θεσμικού αυτοευνουχισμού. Υποκλίνεται στις ΗΠΑ, σιωπά στην Ε.Ε., δεν τολμά να ορθώσει λόγο απέναντι στον Ερντογάν και μετατρέπει την Ελλάδα από κυρίαρχο περιφερειακό παίκτη σε αποδέκτη εντάσεων και τετελεσμένων.

Η στρατηγική αυτή, που ντύνεται με μανδύα «διπλωματικής υπευθυνότητας», είναι στην πραγματικότητα πολιτική δειλίας, που υπονομεύει την αποτρεπτική ισχύ της χώρας, υποχωρεί στα εθνικά θέματα και θρέφει την τουρκική επιθετικότητα. Όσο η Αθήνα δείχνει ότι «αντέχει» την πρόκληση χωρίς αντίδραση, τόσο η Άγκυρα θα ανεβάζει την ένταση – και οι «σύμμαχοι» θα τηρούν ουδέτερη στάση.

Η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να εμφανίζεται διεθνώς ως “καθωσπρέπει παρατηρητής” των δικών της εθνικών υποθέσεων. Αυτό που σήμερα παρουσιάζεται ως «διπλωματική ωριμότητα», κινδυνεύει αύριο να εξελιχθεί σε στρατηγικό ακρωτηριασμό.

Μοιραστείτε το

Facebook
Twitter
Pinterest
LinkedIn