Τα διεθνή χρηματιστηριακά κερδοσκοπικά παιχνίδια, με τις πάσης φύσεως πρώτες ύλες και τους ρύπους στην παραγωγή ενέργειας, μεταφέρονται σταδιακά στο σύνολο της αλυσίδας παραγωγής και κατανάλωσης. Τα φαινόμενα αυτά έχουν αρχίσει να εκδηλώνονται εδώ και καιρό στον χώρο της ενέργειας και των καυσίμων, ενώ σταδιακά έχουν περάσει σε βασικά τρόφιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης, καθώς και σε απαραίτητα ενδιάμεσα αγαθά για την παραγωγή τελικών προϊόντων. Οι διαδικασίες αυτές έχουν ξεκινήσει πολύ πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά τώρα επεκτείνονται σε όλο και περισσότερους τομείς και κλάδους, ως αποτέλεσμα και των συνεπειών στον παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο που διεξάγεται παράλληλα με τον πόλεμο με στρατιωτικά μέσα.
Παράλληλα, τα κερδοσκοπικά παιχνίδια ενισχύονται σταδιακά και από τα φαινόμενα έλλειψης, τεχνητής ή πραγματικής, πρώτα και κύρια σε πρώτες ύλες και σε ύστερη φάση και σε τελικά προϊόντα. Το πρακτικό αποτέλεσμα όλων αυτών των διαδικασιών, που συνηθίζουν να ονομάζονται ως «ελεύθερη αγορά» και «ανταγωνισμός», είναι η συντριβή των εισοδημάτων των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων και τα εξωφρενικά υπερκέρδη για τους ολίγους και «εκλεκτούς».
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ως ορκισμένος υποστηριχτής της διαδικασίας της «ελεύθερης αγοράς», αγνοεί εδώ και καιρό, από τις αρχές του Φθινοπώρου, τα σχετικά μηνύματα. Δια του αρμόδιου υπουργού «Ανάπτυξης» στέλνει συνεχώς το μήνυμα ότι δεν θα ενεργήσει για να αλλάξει τους όρους λειτουργίας της, δηλαδή δεν θα παρέμβει έστω τουλάχιστον στην ασύστολη κερδοσκοπία. Όταν δε τα πράγματα φτάνουν στο «απροχώρητο» εμφανίζει το «λαϊκό» της πρόσωπο, μοιράζοντας κάποια ψίχουλα «επιδοτήσεων με κοινωνικά κριτήρια»… Αντί να παρέμβει με καθορισμό ανώτατων τιμών, διαδικασίες καθορισμού, αλλά και ελέγχου τιμών, επιδοτεί πρακτικά όχι τους καταναλωτές, αλλά τους κερδοσκόπους παραγωγούς και εμπόρους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η τελική τιμή του ρεύματος που πληρώνει ο καταναλωτής στους διάφορους διανομείς, συμπεριλαμβανομένης και της ΔΕΗ. Στην τιμή αυτή, που είναι η υψηλότερη στην Ευρώπη, χωρίς να δικαιολογείται από το κόστος παραγωγής, που έχει την βάση της στις παράλογες διαδικασίες τιμολόγησης και διαμόρφωσης της τελικής τιμής, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δίνει μια επιδότηση απευθείας στον προμηθευτή ρεύματος, που καταλήγει σε έκπτωση από το ποσό που θα καταβάλει ο καταναλωτής και φυσικά σε αύξηση των εσόδων και κερδών του προμηθευτή. Μια απλή ανάγνωση ενός εκκαθαριστικού λογαριασμού (π.χ. της ΔΕΗ) αποδεικνύει ότι στην αρχική χρέωση, με κυμαινόμενη ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς τιμή, υπάρχει η ρήτρα αναπροσαρμογής με πολλαπλάσια αξία από την αρχική αξία του ρεύματος και ελάχιστη επιδότηση. Πρακτικά, η αρχική τιμολόγηση με την ρήτρα αναπροσαρμογής σχεδόν διπλασιάζεται, ακόμα και με την επιδότηση και τις ενδεχόμενες εκπτώσεις. Συνεπώς, τα νοικοκυριά επιβαρύνονται με υπέρογκους λογαριασμούς και την ίδια στιγμή επιδοτούν, τα ίδια τα νοικοκυριά μέσω των φόρων που πληρώνουν, τους κερδοσκοπούντες παρόχους ενέργειας μέσω της «επιδότησης» που θεωρητικά λαμβάνουν… Το τελικό αποτέλεσμα είναι, κέρδη δισεκατομμυρίων ευρώ στους παρόχους, οι οποίοι πλέον είναι όλοι ιδιώτες. Υπενθυμίζουμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ενώ είχε ξεκινήσει η κρίση τιμών στον ενεργειακό τομέα, προχώρησε σε ξεπούλημα, ελαχιστοποίηση της συμμετοχής του Δημοσίου στην ΔΕΗ, κατέχοντας πλέον μόνο το 33%.
Όσο ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται, με την ΕΕ να συζητά και νέο πακέτο οικονομικών κυρώσεων στην Ρωσία, αρχίζουν να εντείνονται και οι φόβοι για ελλείψεις προϊόντων. Ήδη φαίνεται ότι υπάρχουν τα πρώτα σημάδια στην αγορά. Οι ελλείψεις αυτές αφ’ ενός οφείλονται στον οικονομικό πόλεμο (τα μέτρα της Δύσης έναντι της Ρωσίας και τα αντίμετρα της τελευταίας προς την Δύση), αφ’ ετέρου στις διαδικασίες της κερδοσκοπίας και της αισχροκέρδειας (με την απόκρυψη προϊόντων ώστε να πιεστούν να ανέβουν οι τιμές ακόμα παραπάνω).
Πέρα από τα θέματα της ενέργειας, ο τομέας της οικονομίας που υφίσταται τις μεγαλύτερες συνέπειες από τις εξελίξεις είναι ο αγροτοδιατροφικός. Τα λιπάσματα είναι άμεσα εξαρτημένα από τις εξελίξεις και φυσικά μαζί με αυτά η αγροτική παραγωγή. Την ίδια στιγμή, καθώς η Ρωσία και η Ουκρανία είναι διαχρονικά ο «σιτοβολώνας» της Ευρώπης, τα προβλήματα στην αγορά των σιτηρών και των παράγωγων προϊόντων (αλεύρι, ψωμί, ζυμαρικά, ζωοτροφές κ.λπ.) είναι πλέον εμφανή. Η άκρως προβληματική κατάσταση έχει υποχρεώσει την κυβέρνηση Μητσοτάκη να κάνει κάποιο ελάχιστο «σκόντο» στις γνωστές απόψεις της για την αγορά. Προχώρησε σε λήψη μέτρων, δήλωση αποθεμάτων σε επτά βασικά προϊόντα που σχετίζονται με τα προαναφερθέντα θέματα του αγροτοδιατροφικού τομέα. Το μέτρο αυτό αποφασίστηκε με μεγάλη καθυστέρηση, χωρίς παράλληλα να λαμβάνονται μέτρα για την διαμόρφωση των τιμών, οι οποίες συνεχίζουν την ανεξέλεγκτη πορεία τους. Το μέγεθος των προβλημάτων αυτών (κερδοσκοπία, αισχροκέρδεια, ελλείψεις προϊόντων), με κεντρικό θέμα την ενέργεια, έχει λάβει πολύ μεγάλες διαστάσεις, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την ΕΕ.
Ο Ελληνικός Λαός είναι απροστάτευτος, ευρισκόμενος αντιμέτωπος με τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου. Συνέπειες που οδηγούν σε εκτόξευση των τιμών και λόγω των παγκόσμιων συνθηκών, αλλά και λόγω και της ασύστολης εγχώριας κερδοσκοπίας με την ανοχή, αν όχι την υπόθαλψη, από πλευρά κυβέρνησης. Η αναδιανομή και η φτωχοποίηση των Ελλήνων, που ξεκίνησε με τα εθνοκτόνα μνημόνια, συνεχίζεται στις καινούργιες συνθήκες με νέες μορφές και συνέπειες, εξίσου δυσβάσταχτες. Το εγχώριο πολιτικό σύστημα υπηρετεί αυτές τις αντεθνικές και αντιλαϊκές πολιτικές σε βάρος της Πατρίδας και του Λαού, με την όποια «διαφωνία» μεταξύ τους να έγκειται όχι στο να βρεθούν ουσιαστικές λύσεις, αλλά στο ποιος θα είναι ο καλύτερος διαχειριστής των ξενοκίνητων εντολών. Συνεπώς, συνεχίζουμε να παραμένουμε στο «ίδιο έργο θεατές», με οδυνηρές για την συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων συνέπειες.
Γιώργος Μάστορας