Β’ Μέρος
Η ολοκλήρωση της ανάλυσής μας για την «εργαλειοποίηση» του «προσφυγικού» ζητήματος και την σημασιολογική μετάλλαξη της έννοιας του ανθρωπισμού συνεπάγεται και την αναφορά μας σε δύο ακόμη παράγοντες, οι οποίοι λειτουργούν επιβοηθητικά στην νομιμοποίηση της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής στο ζήτημα αυτό, δηλαδή την χρήση του ηθικού λόγου και τον ρόλο των ΜΜΕ. Ο ανθρωπιστικός λόγος είναι κατά βάση ηθικός λόγος (για κάποιους ηθικολογικός), ιδιαίτερα όταν αρθρώνεται στην πολιτική και στα ΜΜΕ. Η επίκληση προαιώνιων, αναλλοίωτων και επιτακτικών ανθρωπιστικών αξιών, η πριμοδότησή τους με αξιώσεις καθολικότητας, εκπίπτουν εύκολα και γρήγορα στον δυαδικό κώδικα λειτουργίας της ηθικής, το καλό/κακό. Όταν «το μόνο που μετράει είναι η ανθρωπότητα» ή, όπως είχε πει και ο Γιούνκερ, «τα σύνορα είναι η χειρότερη ανακάλυψη των πολιτικών. Πρέπει να δείξουμε αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και στα παιδιά τους», τότε «το καλό» παίρνει συγκεκριμένη μορφή και εξάλλου ποιος δεν θα ήθελε να είναι με την πλευρά «του καλού»; Πολύ περισσότερο δε να προσφέρει την συναίνεσή του σε αυτούς «που αγωνίζονται για το καλό»;
Η επιβαλλόμενη σημερινή μορφή «ηθικής» στην πολιτική επικοινωνία προσφέρει μια γρήγορη και κατηγορηματική επιλογή θέσης, καθιστώντας περιττή, ακόμα και εξοργιστική, μια πιο ενδελεχή ανάλυση και ύποπτη την διερώτηση. Εννοείται, ότι εκείνος που εισάγει τον ηθικό λόγο και το περιεχόμενό του, τοποθετεί τον εαυτό του στην πλευρά του καλού, επιχειρώντας την αυτοεξαίρεσή του από ευρύτερες διαδικασίες αξιολόγησης. Ο υπηρέτης του καλού δεν μπορεί παρά να είναι εν γένει καλός. Επίσης, οι εντολείς και οι σύμμαχοι, αλλά και οι υπηρέτες του υπηρέτη του καλού, δεν μπορεί παρά κι αυτοί να έχουν την στόφα του καλού. Έτσι, η κομμουνίστρια στα νιάτα της και φανατική φιλελεύθερη σήμερα, αλλά αποκαλούμενη μέχρι πρότινος ως… «ναζίστρια», Μέρκελ, μετασχηματίζεται αίφνης σε φύλακα των ευρωπαϊκών ανθρωπιστικών ιδεωδών, ο «υπάλληλος των πολυεθνικών» Γιούνκερ σε «no border» ακτιβιστή (δείτε την δήλωσή του, που παραθέσαμε λίγο νωρίτερα) και τα σώματα ασφαλείας από «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι» βραβεύονται για το ανθρωπιστικό τους έργο. Οι πολιτικές αμαρτίες-εγκλήματα στα ζητήματα των μνημονίων, του χρέους και των διεθνών σχέσεων χρειάζονται την ηθικοανθρωπιστική κολυμπήθρα εξαγνισμού τους.
Τα συστημικά ΜΜΕ, οργανώνοντας την λειτουργία τους γύρω από τον κώδικα πληροφορία/μη πληροφορία, αναπτύσσουν έναν πολύ υψηλό βαθμό επιλεκτικότητας (ποια πληροφορία αξίζει να αναπαραχθεί, ποια να φραγεί και ποια να διαστρεβλωθεί) και μια υψηλή ταχύτητα αντικατάστασης (μόλις η πληροφορία δημοσιοποιηθεί, παλιώνει και «μπαγιατεύει», μετατρέπεται σε μη πληροφορία και χρειάζεται μια νέα να την αντικαταστήσει), καθώς ο Μινώταυρος της πληροφόρησης πρέπει να τρέφεται καθημερινά με φρέσκιες ειδήσεις. Πατώντας πάνω σ’ αυτό το πλαίσιο η (εκάστοτε) κυβέρνηση του εγχώριου πολιτικού συστήματος ουσιαστικά δανείζεται την αυτοπεριγραφή της «κοινωνίας της ανθρωπιάς» που κατασκευάζουν τα ΜΜΕ, την ενισχύει και την διοχετεύει (υπό την μορφή παροχής) στην κοινωνία, επιχειρώντας να αντλήσει νομιμοποίηση. Με συνεχείς δηλώσεις και συμβολικές χειρονομίες-κινήσεις, το πολιτικό-δημοσιογραφικό προσωπικό του συστήματος εξαίρει πότε τους «φιλόξενους νησιώτες», πότε τα «σώματα ασφαλείας», πότε τους «ηρωικούς εθελοντές», τους «σώφρονες γονείς» κ.ο.κ. ή αντίστοιχα και κατ’ αντιδιαστολή, επιτίθεται στους «ρατσιστές», «ξενοφοβικούς», «μισαλλόδοξους», κ.ο.κ., οι οποίοι συγκροτούν την αναπόφευκτη, αλλά απομονωμένη και φιμωμένη, παραφωνία.
Ας σκεφτούμε, βεβαίως, ότι η κατάρρευση του αντιμνημονιακού πολιτικού σχεδίου στον μνημονιακό καταναγκασμό διατήρησε, αν δεν ενίσχυσε, τις πρόσφατες καταστάσεις ραγδαίας κοινωνικής υποβάθμισης και ένδειας διόλου ευκαταφρόνητων τμημάτων του ντόπιου πληθυσμού. Η αδυναμία-αδιαφορία των εναλλασσόμενων μνημονιακών κυβερνήσεων να εξασφαλίσουν ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης στους ίδιους τους πολίτες της Χώρας, που κυβερνούν, δημιουργεί μια σαφή αίσθηση αλά καρτ επίκλησης των ανθρωπιστικών αξιών, η οποία με την σειρά της δημιουργεί μια διάχυτη απορία που μετατράπηκε σε δυσφορία των πληττόμενων ντόπιων λαϊκών στρωμάτων. Είναι σαφές ότι στο λεγόμενο «προσφυγικό/μεταναστευτικό» ζήτημα, όλα τα κόμματα της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, λίγο πολύ, συμμερίζονται το «ανθρωπιστικό σχέδιο» που κατέθεσε και εφάρμοσε η «Πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνηση και συνεχίζει σήμερα, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, η κυβέρνηση της ΝΔ.
Αυτό οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους: Πρώτον, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων αποδέχεται τα κυρίαρχα πολιτικά ιδεολογήματα της Δύσης, τα οποία μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων καθίστανται πλέον πλανητικά: ανθρώπινα δικαιώματα, αντιπροσωπευτική δημοκρατία, ελευθερία της αγοράς, συνεχή οικονομική μεγέθυνση. Δεύτερον, όλο το τμήμα της αντιπολίτευσης του «Συνταγματικού τόξου» κινείται και τρέφεται από την ίδια σχέση εξάρτησης και υποταγής με την κυβέρνηση απέναντι στο ευρωπαϊκό κέντρο αποφάσεων, το οποίο ουσιαστικά υπέβαλε το «ανθρωπιστικό σχέδιο», ξεκινώντας από αφετηρία, η οποία σε τίποτα δεν έχει να κάνει με την πραγματική προστασία των ανθρώπων και των δικαιωμάτων τους. Επομένως, η ουσιαστική σύζευξη και συμπόρευση της (εκάστοτε) κυβέρνησης και του συνόλου της αντιπολίτευσης του «Συνταγματικού τόξου» (και) στο ζήτημα του «προσφυγικού», στο οποίο στέκονται εσκεμμένα επί λανθασμένης βάσης, δείχνει ότι μόνο σοβαρά φαινόμενα δυσλειτουργίας μπορούν να προκαλέσουν στην ασφάλεια της Πατρίδας και την κοινωνική συνοχή του Λαού.
Γιώργος Μάστορας
Για να διαβάσετε το πρώτο μέρος πατήστε στον παρακάτω σύνδεσμο