Της Συγγραφέως ″Φλόγα του Ταινάρου″
Αυτά είναι τα «Παιδιά της Ελλάδος» του ’40 - ’41.
Αγκαλιασμένα με όλο τον λαό, αγωνίσθηκαν, θυσιάσθηκαν, νίκησαν. Υπερασπίσθηκαν την γλυκιά Πατρίδα μας, απέναντι σε δύο αυτοκρατορίες.
6 Απρ 2021. Τα αργυρώνητα μέσα προπαγάνδας, σχεδόν θριαμβολογούν για το γεγονός ότι είμαστε τρεις ώρες κάθε ημέρα ελεύθεροι να ψωνίζουμε. Είναι σαν να προσπαθούν να κρύψουν κάτω από ένα μαντηλάκι μία απέραντη έκταση ερειπίων. Μια Ελλάδα που την γέμισαν ερείπια κάθε μορφής (ψυχικά, πνευματικά, ηθικά, υλικά) όλες αυτές οι Ελλαδικές κυβερνήσεις των εντολοδόχων. Προσπαθούν μάταια να φτιασιδώσουν την ομολογία της τεράστιας αποτυχίας του lock-down, που μας έχει επιβάλει για σχεδόν ένα χρόνο τώρα, η κυβέρνηση των ″λοιμωξιολόγων″. Σκέπασαν έντεχνα με την τρομολαγνεία τη μεγάλη διπλή εορτή της 25ης Μαρτίου. Εμείς, οι Έλληνες για την Πατρίδα, δεν θα αφήσουμε να περάσει εν σιγή και η σημερινή μεγάλη επέτειος.
Η μοίρα επιτάσσει σε Έθνη με πλούσια ιστορία και δόξα να αριθμούν πολλές και μεγάλες επετείους. Το Ελληνικό Έθνος, ως κορωνίδα των Εθνών, έχει γράψει άφθονες χρυσές σελίδες δόξης κατά το πέρασμα των χιλιετιών της ιστορίας του. Έχει όμως ιερό καθήκον, να τιμά και να μνημονεύει όλους τους ήρωες που αγωνίσθηκαν και θυσιάσθηκαν για το μεγαλείο του Έθνους μας. Μόνο έτσι θα μπορέσει να προσθέτει νέα τρόπαια πάνω στις δάφνες, που μοιάζουν αμάραντες από τον καιρό του Μαραθώνα και των Θερμοπυλών. Οι πρώτες ημέρες του Απριλίου, κοσμούνται από τις δύο νεότερες ένδοξες σελίδες. Για πολλοστή φορά, ολιγάριθμοι ψυχωμένοι Έλληνες αντιμετώπισαν αυτοκρατορίες:
Tην έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, την 1η Απριλίου 1955. Η πρώτη επαναστατική προκήρυξη του Διγενή περιείχε όλη τη πεμπτουσία των αγώνων του Έθνους και την τελική νικηφόρα έκβασή τους: «Με την βοήθεια του Θεού, με πίστη εις τον τίμιο αγώνα μας, με την συμπαράσταση ολοκλήρου του Ελληνισμού… Ο αγών θα είναι σκληρός, ο δυνάστης διαθέτει τα μέσα και τον αριθμό, ημείς διαθέτωμεν την ψυχή έχωμεν και το δίκιο με το μέρος μας, δι’ αυτό και θα νικήσωμεν.»
Τη μάχη των οχυρών της γραμμής «ΜΕΤΑΞΑ», την 6η Απριλίου 1941. Γι' αυτή τη μάχη αισθάνομαι την ανάγκη να γράψω δυο γραμμές, σαν να αποθέτω ευλαβικά ένα ανοιξιάτικο λουλούδι στους 21 τσιμεντένιους γίγαντες, που βρίσκονται διάσπαρτοι στα ορεινά περάσματα της Αν. Μακεδονίας μας. Ένα λουλούδι από τη ψυχή μου, γι' αυτά τα Ελληνόπουλα, που για άλλη μια φορά φύλαξαν Θερμοπύλες. Που με τον ηρωισμό τους, μετέτρεψαν αυτά τα οχυρά σε απόρθητα φρούρια. Ας ταξιδέψουμε λοιπόν 80 χρόνια πίσω:
6 Απριλίου 1941. Σχεδόν ολόκληρη η ηπειρωτική Ευρώπη έχει υποκύψει στις δυνάμεις του Άξονα. Οι Έλληνες πολεμούν μόνοι τους, σχεδόν έξι μήνες, τα στρατεύματα του Μουσολίνι. Νικούν. Έχουν απελευθερώσει, για τρίτη φορά, την Ελληνικότατη Βόρεια Ήπειρο. Έχουν συντρίψει την περιβόητη «εαρινή επίθεση» των Ιταλών. Ο Χίτλερ δυσαρεστείται από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες του υπερφίαλου συμμάχου του και αποφασίζει να εξαπολύσει τις δικές του ορδές εναντίον της ηρωικά ανθιστάμενης Ελλάδος.
Η Ελλάς, που για καλή της τύχη, είχε στους θυελλώδεις καιρούς του Β’ Παγκοσμίου πολέμου τιμονιέρη τον πανάξιο Κυβερνήτη Ιωάννη Μεταξά, τώρα φαίνεται αυτή η τύχη να την εγκαταλείπει. 29 Ιανουαρίου 1941 ο Μεταξάς πεθαίνει (σ.σ. κατ’ άλλους δολοφονείται από όργανα των Άγγλων). Βέβαια έχει αφήσει ένα κράτος θαλερό, ένα κράτος πρωτίστως Ελληνικό, ένα λαό με υψηλό φρόνημα. Μεταξύ των πολλών καλών που έκανε για τον τόπο μας, είχε την διορατικότητα να κατασκευάσει την περίφημη σειρά οχυρωματικών έργων, υπόγειων και επίγειων, κατά μήκος των ελληνο-βουλγαρικών συνόρων, που έλαβε το όνομά της από τον εμπνευστή της και δημιουργό της: ‘‘Γραμμή Μεταξά’’.
Η Γραμμή Μεταξά είναι το μεγαλύτερο Ελληνικό οχυρωματικό έργο στην νεότερη ιστορία και αποτελείτο κυρίως από είκοσι ένα (21) οχυρά. Τα οχυρά αυτά είχαν κατασκευασθεί, αποκλειστικά από Ελληνικά χέρια, για την αμυντική θωράκιση της Ελλάδος από βουλγαρική επίθεση, επειδή την περίοδο εκείνη, 1936-1940, η Βουλγαρία ήταν έξω από το Βαλκανικό Σύμφωνο Φιλίας και επιζητούσε να ξαναπάρει τα ελληνικά εδάφη που είχε χάσει κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913). Η αποστολή κάθε οχυρού συγκροτήματος ήταν: «άμυνα μέχρις εσχάτων, άνευ ιδέας υποχωρήσεως».
Το κάθε οχυρό αποτελούσε στο σύνολό του ένα περίκλειστο έργο από ένα ή περισσότερα στεγανά συγκροτήματα, ικανό να αμυνθεί προς κάθε κατεύθυνση. Περιλάμβανε σκέπαστρα, πυροβολεία, πολυβολεία, ολμοβολεία, βομβιδοβολεία, παρατηρητήρια, έργα παραλλαγής και παραπλάνησης, πολλαπλές εισόδους και εξόδους. Οι υπόγειες εγκαταστάσεις κάθε οχυρού περιλάμβαναν διοικητήριο, θαλάμους αξιωματικών, θαλάμους οπλιτών, τηλεφωνικό κέντρο, μαγειρείο, δεξαμενές νερού, χώρους υγιεινής, αποθήκες τροφίμων (για 15 μέρες), χειρουργείο, φαρμακείο, συστήματα αερισμού, φωτισμού (γεννήτριες, λάμπες πετρελαίου, φακούς κ.ά.), αποχέτευση, εξωτερικές θέσεις μάχης, αντιαρματικά κωλύματα, θέσεις αντιαεροπορικών όπλων κ.ά. Πέραν των οχυρών, η αμυντική γραμμή, περιελάμβανε μία τεράστια ανάπτυξη αντιαρματικών τάφρων, ζωνών αντιαρματικών σιδηροπηγμάτων και σκυροδέματος σε διπλές και τριπλές γραμμές ανάσχεσης, που στο σύνολό του για την εποχή του και με τα τότε Ελληνικά δεδομένα αποτέλεσε ένα τιτάνιο έργο.
Οι κατασκευές αυτές ήταν ιδιαίτερα ανθεκτικές και αντέχουν μέχρι σήμερα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για την κατασκευή τους απαιτήθηκαν 66.000 τόνοι τσιμέντου και 3.000.000 ημερομίσθια, ενώ κατασκευάσθηκαν συνολικά 24.000 μέτρα υπόγειων στοών και 13.000 μέτρα υπόγειων καταφυγίων – θαλάμων. Για την προσέγγισή των περιοχών που θα κατασκευάζονταν τα οχυρά, απαιτήθηκε η διάνοιξη 174 χιλιομέτρων οδικού δικτύου, που έθεσε και τις βάσεις για την μεταγενέστερη ανάπτυξη των εκεί περιοχών.
Μέχρι και λιμάνι κατασκευάστηκε, με τέσσερις προβλήτες κοντά στις εκβολές του ποταμού Στρυμόνα, για τη μεταφορά υλικών και εργατών από τα νησιά και την νότια Ελλάδα. Σε κάποιες τοποθεσίες η πρώτη ύλη λόγω του δύσβατου του εδάφους μεταφέρονταν με καμήλες, (οι οποίες υπήρχαν στην Βόρεια Ελλάδα μέχρι τη δεκαετία του ’60 και τις ονόμαζαν «αποικιακές»). Το έργο κόστισε 1,5 δισ. δραχμές (ίσο με 58,5 δις € περίπου), βλέπετε τότε λεφτά όντως υπήρχαν για την ανεξαρτησία και το μεγαλείο της Ελλάδος (αφού ο Ιωάννης Μεταξάς, ζούσε σε ένα μάλλον λιτό σπίτι και δεν είχε off-shore εταιρείες στα νησιά Cayman, ούτε καταθέσεις τύπου λίστας Λαγκάρντ, Λιχτενστάιν κλπ, σαν τους σημερινούς ιδιοτελείς κυβερνώντες).
Την υλοποίηση του μεγαλόπνοου αυτού σχεδίου ανέλαβε κυρίως ο Στρατός (το Μηχανικό κλπ) αλλά και διάφοροι άλλοι φορείς και Πολίτες όπως: το Ε.Μ.Π., Μηχανικοί, πολλές βιομηχανίες Αθήνας και Πειραιά κ.λπ. Ιδιαίτερη μάλιστα βαρύτητα είχε δοθεί στον απόρρητο χαρακτήρα της κατασκευής και στην απόλυτη μυστικότητα των όλων εργασιών. Χρησιμοποιήθηκε εργατοτεχνικό προσωπικό από πολύ απομακρυσμένες περιοχές, όπως από την Κρήτη, του οποίου η μετάβαση και απομάκρυνση από το έργο γινόταν, σε ορισμένες περιπτώσεις, με κλειστά μάτια.
Όλα αυτά τα οχυρωματικά έργα, άντεξαν στην επίθεση των πλέον επίλεκτων μεραρχιών του Χίτλερ γιατί επανδρώνονταν από Στρατιωτικούς με υψηλό φρόνημα. Ας δούμε τι έγραφε στην αναφορά του, στις 15 Μαρτίου 1941 που είχε επισκεφθεί τα οχυρά, ο Βρετανός αντιστράτηγος Χέϋγουντ, αρχηγός της Βρετανικής Αποστολής στην Ελλάδα: «...Μου έκανε εξαιρετική εντύπωση το υψηλό φρόνημα των αξιωματικών και ανδρών που συνάντησα στην περιοχή... Ο διοικητής του Ρούπελ μου δήλωσε ότι έχει τρόφιμα για έναν μήνα και θα μπορούσε να κρατήσει άλλο ένα δεκαπενθήμερο χωρίς τρόφιμα...» Και θα κρατούσε! Αν δεν κατέρρεε σαν χάρτινος πύργος η Γιουγκοσλαβία.
5.40 π.μ. της 6ης Απριλίου 1941. Η Γερμανία εισβάλλει στην Ελλάδα από τα Ελληνο-Βουλγαρικά σύνορα. Ο συσχετισμός δυνάμεων είναι φυσικά συντριπτικός υπέρ των Γερμανών. Σε έμψυχο υλικό οι επιτιθέμενες Γερμανικές δυνάμεις είναι τουλάχιστον τριπλάσιες. Η επίθεση γίνεται από τη 12η Γερμανική Στρατιά, ήτοι: 6 μεραρχίες πεζικού, 2 μεραρχίες ορεινών καταδρομών, ένα ανεξάρτητο ενισχυμένο σύνταγμα και 3 τεθωρακισμένες μεραρχίες, μία των οποίων είναι η επίλεκτη SS μεραρχία με το βαρύγδουπο όνομα «Σωματοφυλακή Αδόλφου Χίτλερ». Οι Ελληνικές δυνάμεις που υπερασπίζουν τα σύνορά μας είναι 30 Ελληνικά Τάγματα μειωμένης σύνθεσης, ήτοι περίπου 3 μεραρχίες. Σε πολεμικά μέσα η υπεροπλία των επιτιθέμενων είναι ακόμα πιο συντριπτική, όπως στα άρματα: 1.850 περίπου έναντι 27 ελαφρών και στην αεροπορία: 1.000 αεροσκάφη με κανένα Ελληνικό να προστατεύει τον καταγάλανο ουρανό μας.
Ανοίγοντας μια μικρή παρένθεση θα πρέπει να τονίσουμε ότι τους Γερμανούς ακολουθούσαν και συμπαρατάχθηκαν σαν σύμμαχοι και οι Βούλγαροι. Θα πρέπει εδώ να θυμηθούμε και τον ρόλο της «φίλης» Τουρκίας, η οποία παίζοντας σε όλη την διάρκεια του Β’ Π.Π. διπλό παιχνίδι, προσπαθούσε πότε να μας πάρει τα Δωδεκάνησα, πότε τα νησιά του ΒΑ Αιγαίου, μέχρι που ζήτησε, από τους Άγγλους, να παίξει τον ρόλο του ″χωροφύλακα″ στα Βαλκάνια μετά τον πόλεμο, καθώς διατηρούσε ακέραιες τις δυνάμεις της, αφού δεν είχε κάνει καμιά θυσία. Τον Μάρτιο του 1941 λοιπόν, ″φρόντισε″ να αποσύρει το σύνολο των δυνάμεών της από την βουλγαρο-τουρκική μεθόριο, παρέχοντας όλη την «άνεση» στην Βουλγαρία να επιτεθεί με το σύνολο των δυνάμεων της στην Ελλάδα, αφού δεν θα κινδύνευε από κάποια τουρκική επίθεση.
6.30 π.μ. της 6ης Απριλίου 1941. Η Γερμανική επίθεση κατά της “Γραμμής Μεταξά”, αντιμετωπίζει ισχυρή αντίσταση. Οι Γερμανοί καθηλώνονται. 5.40 μ.μ. της 6ης Απριλίου 1941, η πρώτη ημέρα των επιχειρήσεων τελειώνει. Η Γερμανική αναφορά αποτυπώνει την άσχημη για τους εισβολείς κατάσταση: Η 5η Ορεινή Μεραρχία «απωθήθηκε στο πέρασμα Ρούπελ παρά την ισχυρότατη αεροπορική υποστήριξη, έχοντας σημαντικές απώλειες». Μόνο δύο οχυρά πέφτουν την πρώτη ημέρα, και αυτά μόνον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς. Η κατάσταση βελτιώνεται ελάχιστα (για τους Γερμανούς) και τις επόμενες τρεις ημέρες. Τα περισσότερα οχυρά, συμπεριλαμβανομένων των Ρούπελ, Εχίνος, Καρατάς, Λίσσε και Ιστίμπεη παραμένουν απόρθητα.
Οι ηρωικές μάχες που έδωσαν οι υπερασπιστές όλων των οχυρών, στις αλλεπάλληλες προσβολές που δέχθηκαν από ξηρά και αέρα, από την καλύτερη πολεμική μηχανή εκείνης της εποχής, έχουν αποτυπωθεί με ανάγλυφο τρόπο σε αρκετά βιβλία και οτιδήποτε γραφεί από εμένα θα ήταν μάλλον περιττό. Πολλά οχυρά έμειναν απόρθητα και παραδόθηκαν στις 10 Απριλίου μετά την υπογραφή του σχετικού Πρωτοκόλλου Συνθηκολόγησης (9 Απριλίου), όταν η γραμμή Μεταξά υπερφαλαγγίσθηκε, καθώς οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ελλάδα από την Γιουγκοσλαβία και μέσω της κοιλάδας του Αξιού, τα Γερμανικά Panzer έφτασαν την 9η Απριλίου του 1941 στη Θεσσαλονίκη. Οι ηρωισμοί δεν έλειψαν και ήταν πάμπολλοι. Αυτή η εσχατιά της χερσονήσου του Αίμου είναι γραφτό να γεννά πολιτισμούς και ήρωες.
Λαμπρό παράδειγμα ο λοχίας Δημήτριος Ίτσιος που ήταν ο Διοικητής μεμονωμένου εξωτερικού Πολυβολείου (Π.8) στο οροπέδιο της Ομορφοπλαγιάς
κοντά στο χωριό Άνω Πορρόϊα Σερρών, που ως νεότερος Λεωνίδας αντιστάθηκε με δύο στρατιώτες για πάνω από τέσσερις ώρες απέναντι σε ένα σύνταγμα Γερμανών καταδρομέων, για να καλύψει την σύμπτυξη του υπολοίπου Ελληνικού τάγματος. Ο απόγονος τόσων Ελλήνων ηρώων, ξόδεψε και τις 33.000 σφαίρες που υπήρχαν στο πολυβολείο, προτού παραδοθεί στους Γερμανούς.
Σύμφωνα με έρευνα, οι άνδρες του Π.8 ευθύνονται για τον θάνατο 232 Γερμανών στρατιωτών (και του αντισυνταγματάρχη Ebeling, διοικητή του 138ου Συντάγματος Ορεινών Καταδρομών), δηλαδή όσους σκότωσε ολόκληρος ο στρατός της Γιουγκοσλαβίας στη διάρκεια της Γερμανικής εισβολής τον Απρίλιο 1941! Η αντίσταση του Π.8 εξόργισε τον στρατηγό Schörner, καθώς εκτός από τις μεγάλες απώλειες που προκάλεσε στους άνδρες του, ανέτρεψε τον σχεδιασμό του, για την πρώτη ημέρα του πολέμου. Όταν ο στρατηγός Schörner πληροφορήθηκε το γεγονός ότι ο διοικητής του πολυβολείου ήταν ένας απλός έφεδρος λοχίας, θίχτηκε ο εγωισμός του και αφού συναντήθηκε με τον αιχμάλωτο Ίτσιο τον ρώτησε:
- Ποιος είναι ο Διοικητής σου στο πολυβολείο; - Εγώ είμαι, απάντησε ο Ίτσιος - Δεν υπάρχει αξιωματικός; - Όχι! - Ξέρεις ότι για χάρη σου έχασα έναν αντισυνταγματάρχη και 232 στρατιώτες; - Λυπάμαι Στρατηγέ αλλά υπερασπίζομαι την Πατρίδα μου.
Μετά από αυτό ο Schörner έδωσε εντολή παρουσίασης όπλων σε μια διμοιρία Γερμανών στρατιωτών προς τιμήν του Ίτσιου, και αμέσως μετά έδωσε διαταγή να εκτελεσθεί ο Ίτσιος (κατά παράβαση της συνθήκης της Γενεύης), αλλά να μην πειραχτούν οι δύο στρατιώτες που ήταν μαζί του, τους οποίους απελευθέρωσε στα Άνω Πορρόϊα.
Από την εποποιία των Οχυρών αξίζει να μνημονευθεί, (για να διαψεύδεται ο Φαλμεράιερ και οι φαντασιόπληκτες, υστερόβουλες θεωρίες του), η απάντηση του Διοικητή του Ρούπελ, Ταγματάρχη Γεωργίου Δουράτσου, σε αιτιάσεις του Γερμανού επικεφαλής για παράδοση: «Τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται». Ήταν η ίδια περήφανη απάντηση του «Μολών Λαβέ», ήταν ο απόηχος του «Το την Πόλιν σοι δούναι…», αλλά και της αγέρωχης απάντησης των Υπερασπιστών της Iεράς Πόλεως του Μεσολογγίου: «Τα κλειδιά της πόλεώς μας βρίσκονται κρεμασμένα στις μπούκες των κανονιών μας, ελάτε να τα πάρετε».
Οι απώλειες των Γερμανών κατά τη Μάχη των Οχυρών ήταν 2.689 νεκροί και τραυματίες, αξιωματικοί και στρατιώτες, και 170 αγνοούμενοι, σύμφωνα με τις γερμανικές πηγές. Ο Διοικητής του 125ου Γερμανικού Συντάγματος που επιτέθηκε στο Οχυρό Ρούπελ – Κάλη – Καρατάς δακρύζοντας είπε: «Δεν θρηνώ ως στρατιώτης, διότι η θυσία ήταν επιβεβλημένη, αλλά κλαίω ως άνθρωπος, διότι από το Σύνταγμά μου απέμειναν μόνο λίγοι άνδρες».
Η καλύτερη επιβεβαίωση του ηρωισμού των Ελλήνων μαχητών της ‘’Γραμμής Μεταξά’’ είναι τα λόγια και έργα των αντιπάλων μας. Ο Χίτλερ έλεγε: «…από όλους τους αντιπάλους μας, ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε με απαράμιλλο θάρρος και μέγιστη περιφρόνηση για το θάνατο…». Επίσης οι Γερμανοί έκαναν την τιμητική εξαίρεση στον Ελληνικό Στρατό να μην τον κρατήσουν αιχμάλωτο (οι Αξιωματικοί κράτησαν τα ξίφη τους), αλλά τουναντίον σε πολλές περιπτώσεις του «παρουσίασαν όπλα».
Έτσι για τελευταία φορά, ο νεκρός Ι. Μεταξάς νίκησε ουσιαστικά τους αντιπάλους του, ως άλλος Κίμων, αφού είχε τόσο καλά προετοιμάσει (ηθικά και υλικά) τον Ελληνικό λαό και Στρατό, που κατάφερε να αντιμετωπίσει με αρκετή επιτυχία δύο αυτοκρατορίες. Είναι βέβαια γνωστό το πόσο καθοριστική ήταν αυτή η μάχη των οχυρών, για την μετέπειτα εισβολή της Βέρμαχτ στην ΕΣΣΔ, καθώς και γενικότερα για την τελική επικράτηση των Συμμάχων.
Ενδεικτικά, για να εκτιμηθεί η συμβολή της Ελλάδος κατά τον Β΄ΠΠ, παραθέτω τη διάρκεια της αντίστασης των ευρωπαϊκών χωρών σε ημέρες: Ελλάδα: 219, Νορβηγία: 61, Γαλλία: 43, Πολωνία: 30, Βέλγιο: 18, Ολλανδία: 4, Γιουγκοσλαβία: 3, Τσεχοσλοβακία, Λουξεμβούργο και Δανία αμαχητί.
Σταχυολογώ μόνο τρεις απόψεις των τότε συμμάχων μας: 1) Sir Robert Antony Eden, Υπουργός Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας στο Βρετανικό Κοινοβούλιο 24/9/1942: «Η Ελλάδα κράτησε τους Γερμανούς στην ηπειρωτική χώρα και στην Κρήτη για έξι εβδομάδες, ανέτρεψε τη χρονολογική σειρά όλων των σχεδίων των Γερμανών και ανέτρεψε την πορεία του πολέμου και νικήσαμε». 2) Winston Churchill, 24/6/1941 στο Βρετανικό Κοινοβούλιο: «Αν δεν ήταν η ανδρεία των Ελλήνων και το θάρρος των, η έκβαση του Β’ Π.Π. θα ήταν ακαθόριστη». 3) Από τα απομνημονεύματα του Σοβιετικού Στρατάρχη Georgy Zhukov: «…Αν οι Ρώσοι κατόρθωσαν να προβάλουν αντίσταση στην είσοδο της Μόσχας για να σταματήσουν και να αποτρέψουν τον γερμανικό χείμαρρο, το οφείλουν στους Έλληνες, οι οποίοι καθυστέρησαν τις γερμανικές μεραρχίες την ώρα που θα μπορούσαν να μας κάνουν να γονατίσουμε…».
Βέβαια ο «πατερούλης» Στάλιν έλεγε τότε ότι: «ο κόκκινος στρατός θα μπει στην Βουλγαρία ως τιμωρός και στην Ελλάδα ως προσκυνητής». Ευτυχώς που τα βρήκε στην μοιρασιά (τότε που «δημοκράτες» και μπολσεβίκοι μοίραζαν Χώρες και Έθνη πάνω σε μια ‘’χαρτοπετσέτα’’!) με τον Τσόρτσιλ και δεν μας έκανε την ″τιμή″ να έρθουν οι μπολσεβίκοι στα Άγια Χωματά μας. Έβαλε πάντως τους υποτακτικούς του να μας αιματοκυλήσουν και να προσπαθήσουν να διαμελίσουν τη χώρα μας.
Θα μου επιτρέψετε να ανοίξω μια μεγάλη παρένθεση για το γιατί μεθόδευσαν όλοι οι ″καλοί″ μας σύμμαχοι να μας αιματοκυλήσουν με έναν πενταετή εμφύλιο ή ορθότερα συμμοριτοπόλεμο, καθώς στη γεωστρατηγική δεν υπάρχουν φιλίες και συναισθηματισμοί αλλά μόνο συμφέροντα: Οι Άγγλοι για να μη μας δώσουν την Κύπρο. Οι Ιταλοί, πού εντέχνως είχαν περάσει στο στρατόπεδο των νικητών, για να μη μας δώσουν τα Δωδεκάνησα και αποζημιώσεις, Οι Αλβανοί για να μη μας δώσουν την Β. Ήπειρο. Οι Βούλγαροι, για να μη πληρώσουν για τα εγκλήματα τους στην Δυτική Θράκη και Ανατολική Μακεδονία και κυρίως για να μη θέσουμε θέμα αναδιευθετήσεως των συνόρων και προστασίας της Ελληνικής μειονότητας πού υπολογιζόταν τότε σε 70 χιλιάδες ψυχές. Η Γιουγκοσλαβία του Τίτο γιατί ήθελε, δια του Σκοπιανού μορφώματος, να αποσπάσει την λεγομένη «Μακεδονία του Αιγαίου», δηλαδή όλη την Ελληνική Μακεδονία. Η Σοβιετική Ένωση, είτε δια του Τίτο, είτε δια του Δημητρώφ, για να βγει στο Αιγαίο. Η Τουρκία για να μη της ζητηθούν πρόσθετες εγγυήσεις για την προστασία του Ελληνισμού της Πόλης, της Ίμβρου και Τενέδου καθώς και των εκατομμυρίων κρυπτοχριστιανών, που ζουν στα εδάφη της Μικράς Ασίας. Κανονικά οι Σύμμαχοι έπρεπε να ζητήσουν την απολογία της Τουρκίας για την επαμφοτερίζουσα πολιτική της στη διάρκεια του πολέμου, αλλά κυρίως έπρεπε να φροντίσουν για την κατά το δυνατόν αποκατάσταση των καταπιέσεων του Ελληνικού στοιχείου την περίοδο του πολέμου (όπως η επιβολή του ‘‘Βαρλίκ Βεργκισί’’ δηλαδή ενός εφάπαξ ειδικού φόρου κεφαλαίου, μόνο στους Χριστιανούς).
Ας επανέλθουμε στη σημερινή επέτειο, που αποτελεί για μας τους Έλληνες Εθνικιστές έναν φωτοδότη των δικών μας, σημερινών ωραίων εθνικών αγώνων. Αλλά δεν θα πρέπει να στεκόμαστε σε απλή εξιστόρηση γεγονότων και μεγαλοστομίες. Τέτοιες επέτειοι αποτελούν το ευεργετικό ταρακούνημα για να ξυπνήσουμε από τον λήθαργο της καθημερινότητας του μαζανθρώπου. Πρέπει να αποτελούν ένα εφαλτήριο βελτίωσης και πνευματικής ανόδου, της δικής μας, αλλά φυσικά και του συνόλου. Ένα βήμα προς τη νίκη στη ζωή. Μας βοηθούν να κατανοήσουμε ότι είμαστε κάτι πολύ ανώτερο από τον απόλυτα homo economicus, που είναι ένα ον μιας ολοφάνερα εκφυλιστικής εξειδίκευσης.
Πριν από 2.350 χρόνια περίπου όταν ο Μέγας Αλέξανδρος αντίκρισε το ανάθημα του Πέρση Βασιλιά που έγραφε: «Τρώγε. Πίνε. Όλα τ’ άλλα μηδέν», μειδίασε και ύστερα πυρπόλησε από άκρη σε άκρη την Περσέπολη, την πρωτεύουσα – σύμβολο, μιας πολυάνθρωπης αυτοκρατορίας δούλων, προσκυνημένων στον μεγάλο βασιλιά. Όχι! Οι Έλληνες δεν είναι φοβισμένοι ″δούλοι″. Είμαστε ένας υπερήφανος λαός που ξέρει να κτίζει Παρθενώνες, και να δοξάζεται σε Μαραθώνες. Οι παππούδες μας είπαν «ΟΧΙ» σε δύο αυτοκρατορίες, οι πρόγονοί μας έφθασαν «εφ’ όπλου λόγχη» μέχρι το Καλέ Γκρότο. Αν αφουγκρασθούμε λιγάκι το αίμα μας, θα ακούσουμε καθαρά τον όρκο που έδωσαν οι Έλληνες στις Πλαταιές, λίγο πριν από την νικηφόρα μάχη, η οποία απάλλαξε την Ευρώπη από την βάρβαρη Ασία για πολλούς αιώνες: «Οὐ ποιήσομαι περὶ πλείονος τὸ ζῆν τῆς ἐλευθερίας…».
Μια τέτοια ημέρα Εθνικής μνήμης και υπερηφάνειας, πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι, απλώς αναλογιζόμενοι την ιστορία μας. Ας μεταφερθούμε νοερά στο 1899, δηλαδή σε μια εποχή που για τον λαό και την χώρα μας ήταν σίγουρα πολύ χειρότερη από την σημερινή. Τα σύνορα ήταν λίγο πιο πάνω από την Λαμία. Είχαμε το «…Δυστυχώς κύριοι, επτωχεύσαμεν…», που ανακοίνωσε το 1893 ο Χαρίλαος Τρικούπης. Είχαμε καταρρακωμένη εθνική αξιοπρέπεια μετά τον ατυχή πόλεμο της Μελούνας του 1897. Είχαμε διεθνή οικονομικό έλεγχο. Είχαμε ένοπλες δυνάμεις σε κατάσταση διαλύσεως. Είχαμε μια παρέλαση ανίκανων κυβερνήσεων. Επικρατούσε σχεδόν το απόλυτο χάος της ακυβερνησίας με αλλεπάλληλα πραξικοπήματα και αλλαγές κυβερνήσεων. Και όμως 13 μόνο χρόνια αργότερα οι Έλληνες έκαναν την μεγάλη εξόρμηση των Βαλκανικών πολέμων που διπλασίασε την Ελλάδα. Το 1899 ο μεγάλος μας Παλαμάς γράφει το ποίημα: «Ο ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ». Σ’ αυτό ο ποιητής, βαθιά πληγωμένος, εκφράζει τη συνείδηση του Έθνους του. Ο ποιητής-προφήτης τα βλέπει όλα αυτά, αγανακτεί και θλίβεται για τον ξεπεσμό και το κατάντημα που βλέπει, φτάνει ως τα όρια της απελπισίας και από κει αναδύεται ένα όραμα ελπίδας, ένα αισιόδοξο μήνυμα εθνικής αναγέννησης. Γράφει λοιπόν σε δύο πολύ μικρά χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα, ραγιάδες έχεις, μάννα γη, σκυφτούς για το χαράτσι, κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη θεία τραχιά σου γλώσσα, των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι....»
Για να καταλήξει:
«και μην έχοντας πιο κάτου άλλο σκαλί να κατρακυλήσεις πιο βαθιά στου Κακού τη σκάλα, - για τ’ ανέβασμα ξανά που σε καλεί θα αιστανθείς να σου φυτρώσουν, ω χαρά! τα φτερά, τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!»
Ναι μάλλον βρισκόμαστε στο πιο κάτω σκαλί. Ντόπιοι και ξένοι εχθροί του Ελληνισμού φαίνεται να επικρατούν. Η παιδεία μας είναι ανύπαρκτη. Ο Έλληνας στενάζει από την ανεργία και την οικονομική εξαθλίωση. Βομβαρδίζεται με εκπομπές υποκουλτούρας και προπαγάνδας από τους γκεμπελίσκους της ενημέρωσης. Η ηθική χρεωκοπία είναι διάχυτη παντού. Ένα ισλαμικό τόξο αγκαλιάζει θανατηφόρα την Πατρίδα μας. Οι εντολοδόχοι που μας κυβερνούν μας μπολιάζουν καθημερινά με αλλόφυλους και αλλόθρησκους. Ανεγείρουν τζαμιά ακόμα και στο πάλαι ποτέ ″Κλεινόν Άστυ″. Έχουμε εγκαταλείψει τον εκτός συνόρων σκλαβωμένο Ελληνισμό. Λιγοστεύουμε οι Έλληνες και το χειρότερο πολλοί από εμάς είναι ελληνόφωνοι ραγιάδες.
Τώρα ήρθε η ώρα να ακούσουμε την ελεύθερη φωνή από τις φυλακές Δομοκού. Με τον Ηλία επικεφαλής, μπορούμε να απαλλαγούμε απ’ αυτό το σάπιο σύστημα. Μπορούμε να κάνουμε την Ελλάδα μας πάλι Ελληνική. Μπορούμε να κτίσουμε ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας. Μπορούμε να ξαναφέρουμε το χαμόγελο στα χείλη μας.
Μήπως αρχίζετε να συνειδητοποιείτε ότι η γη που πατάτε δεν είναι απλώς χώμα, αλλά η σκόνη από τα οστά των προγόνων μας;
Μήπως αρχίζετε να νιώθετε ότι στις φλέβες τρέχει ελεύθερο, καθάριο αίμα εκατοντάδων γενεών Ελλήνων Ηρώων;
Μήπως αρχίζετε να ακούτε την καρδιά σας να σιγοψιθυρίζει: «Δεν φοβάμαι, δεν συμβιβάζομαι, θα αγωνιστώ για να έχω τη ζωή που μου αξίζει, για να πάρω πίσω την πραγματική ζωή που μου έκλεψαν!»
Σίγουρα αισθάνεστε να φυτρώνουν δειλά – δειλά, φτερά στις πλάτες σας. Αυτά τα φτερά που θα σας πετάξουν ψηλά. Θα σκίσουν τα μαύρα σύννεφα της προπαγάνδας, του ψεύδους και του τρόμου. Θα σας οδηγήσουν στον υπέρλαμπρο ήλιο, που τόσα χρόνια μας κρύβουν αυτά τα σύννεφα. Στον Ήλιο του Ελληνισμού και της Αλήθειας. Στον Ήλιο που θα φωτίζει μια ζωή καλύτερη, ανθρώπινη, μια κοινωνία ομορφότερη.