Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε, έπειτα από ψηφοφορία, τις προτάσεις τροποποίησης των Συνθηκών της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και η πρόταση για την κατάργηση της αρχής της ομοφωνίας. Επί της ουσίας, πρόκειται για ψήφισμα που ανοίγει τον δρόμο για την κατάργηση του Βέτο, το οποίο αποτελεί το σημαντικότερο εργαλείο στο οπλοστάσιο των μικρών χωρών και το σημαντικότερο μέτρο για την διασφάλιση μιας στοιχειώδους δημοκρατικής λειτουργίας της ΕΕ. Το εν λόγω ψήφισμα εγκρίθηκε, ύστερα από ψηφοφορία, με 291 ψήφους υπέρ, 274 κατά και 44 αποχές. Σε ό,τι αφορά την στάση των Ελλήνων ευρωβουλευτών, υπέρ της άρσης ψήφισαν 10, κατά 5, ενώ υπήρξαν και 6 απόντες. Ανάμεσα στους τελευταίους συμπεριλαμβάνεται και ο αυτοχαρακτηριζόμενος ως «εθνικιστής» ανεξάρτητος ευρωβουλευτής Αθανάσιος Κωνσταντίνου. Για ποιόν λόγο απείχε από μια τόσο σημαντική ψηφοφορία ας το εξηγήσει πρωτίστως σε όσους τον «σταύρωσαν» και τον έστειλαν στο ευρωκοινοβούλιο για να εξυπηρετήσει τα Ελληνικά Εθνικά Συμφέροντα και μετά ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του…
Είναι προφανές ότι η στάση των ευρωβουλευτών που ψήφισαν υπέρ της κατάργησης του Βέτο αποτελεί μνημείο υποτέλειας για την Χώρα μας. Κατά του ψηφίσματος τάχθηκαν Πολωνοί, Σλοβάκοι και Ούγγροι, κάνοντας λόγο για προτάσεις που υπονομεύουν ανοιχτά την Εθνική τους Κυριαρχία, είναι αντίθετες με τα Συντάγματα των κρατών και ενισχύουν ακόμα περισσότερο τον ρόλο των ισχυρών της ΕΕ.
Βεβαίως, οι ισχυροί της ΕΕ τόσο τα Συντάγματα όσο και την Εθνική Κυριαρχία τα έχουν γραμμένα εκεί που δεν πιάνει μελάνι, έχοντας το αποδείξει αυτό στο παρελθόν με κάθε ευκαιρία. Είτε αυτό αφορά παλιότερα το ευρωσύνταγμα με τα επαναλαμβανόμενα δημοψηφίσματα, το BREXIT που για μερικά χρόνια ήταν στον αέρα διότι οι Βρετανοί ήταν «ανώριμοι», τα εθνοκτόνα μνημόνια που διέλυσαν την Ελλάδα και την έκαναν το πειραματόζωο της Ευρώπης, αλλά και το παράδειγμα συνετισμού της ΕΕ, είτε προσφάτως με τις κυρώσεις για την Ρωσία, είτε με την πολιτική για την πανδημία. Για τις ευρωπαϊκές ελίτ, η ενοποίηση της ΕΕ αφορά κυρίως την δημιουργία ενός πιο ενιαίου και άρα υπολογίσιμου περιφερειακού μεγέθους, ικανού να εξασφαλίσει την θέση τους στους επερχόμενους γεωπολιτικούς και οικονομικούς αναδασμούς, βίαιους και μη. Αυτή η απόπειρα περνάει μέσα από δυο άξονες. Ο πρώτος είναι το πλήρες κουρέλιασμα της Ανεξαρτησίας και της Εθνικής Κυριαρχίας των μικρότερων κρατών και την μετατροπή των κοινοβουλίων τους σε τσίρκο με ρόλο συμβουλευτικών επιτροπών, που στην καλύτερη περίπτωση πρωτοκολλούν ορισμένες αποφάσεις. Ο δεύτερος είναι η έντονη αυταρχικοποίηση που παίρνει σήμερα χαρακτηριστικά δικτατοριοποίησης της ΕΕ και αφορά την δημιουργία μεγάλης κλίμακας μηχανισμών ελέγχου και παρακολούθησης, αλλά και την αντιμετώπιση των Εθνικολαϊκών αντιδράσεων μέσα από διαρκείς απαγορεύσεις, καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και αντίστοιχα συμβάντα όπου όλοι οι νόμοι πάνε περίπατο.
Ο διπλός αυτός στόχος προσπαθεί να απαντήσει στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια η ΕΕ. Η οικονομική κρίση που διαρκώς επανέρχεται, αλλά και η μορφή που αυτή έχει πάρει έπειτα από την πανδημία και τους πολέμους στα σύνορα της ΕΕ, έχουν δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην συνοχή της, με πολλά κράτη να στρέφουν αλλού το βλέμμα τους. Παράλληλα, η λαγνεία για μεγαλύτερη κερδοφορία των ελίτ, οι γεωπολιτικοί αναδασμοί, οι ανάγκες που επιβάλλει η πυρετώδης πολεμική προετοιμασία των μεγαλύτερων χωρών, επιβάλλουν το γκριζάρισμα και την αλλαγή του στάτους περιοχών ή και ολόκληρων χωρών ώστε να επιτευχθούν συγκλίσεις και σχεδιασμοί. Δεδομένης δε της χρησιμότητας της παραμέτρου του χρόνου, φαίνεται πως μια πλαδαρή μορφή της ΕΕ, όπου μικρά κράτη μπορούν σε κάποιες στιγμές να σηκώνουν «μπαϊράκι», δεν εξυπηρετεί. Έτσι, αυτό που παλιότερα λυνόταν με οικονομικές πιέσεις, «ξεκλείδωμα» κονδυλίων και δανείων και βέβαια με την εξαγορά βουλευτών στα εθνικά κοινοβούλια, τώρα επιχειρείται να λυθεί θεσμικά και οριστικά. Αντίστοιχα, ενιαία εντός της ΕΕ είναι και η αντιμετώπιση των αντιστάσεων που προκύπτουν από τα Έθνη και τους Λαούς τους με τον εκμαυλισμό, την απαγόρευση και τις παρακολουθήσεις να παίρνουν θεσμικό χαρακτήρα τόσο στα όργανα της ΕΕ όσο και στα επιμέρους κοινοβούλια.
Η Δημοκρατία, για να λειτουργεί έστω και στοιχειωδώς, πρέπει να λαμβάνει υπόψη της την ασυμμετρία των δυνάμεων και σε αυτό ακριβώς αποσκοπεί το Βέτο. Μια Ευρώπη όπου τα Έθνη της θα πρέπει να απαντήσουν στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, δεν θα πρέπει να είναι αυτή όπου οι μικρότερες χώρες θα ενσωματωθούν στην βούληση και την ισχύ των μεγαλύτερων, εκλιπαρώντας επί της ουσίας για ψίχουλα ελεημοσύνης. Χρειάζονται αλλαγές και μάλιστα μεγάλες, επιβάλλεται όμως τα πράγματα να κινηθούν διαφορετικά. Για την ακρίβεια εντελώς διαφορετικά.
Γιώργος Μάστορας