Η παγκοσμιοποίηση συνοδεύεται από διαδικασίες και θεσμούς που απογυμνώνουν τα πιο βασικά στοιχεία της εθνοκρατικής πολιτικής οργάνωσης, τα καθιστούν παντελώς ανίσχυρα, με αποτέλεσμα οι πιο πολλοί εθνοκρατικοί θεσμοί (π.χ. κοινοβούλια αλλά και κυβερνήσεις) να καθίστανται πλέον απλοί πρωτοκολλητές και διαχειριστές αποφάσεων που παίρνονται σε διεθνή κέντρα. Εθνικό Δίκαιο, Συντάγματα, κοινοβουλευτικές διαδικασίες περνούν σε δεύτερη μοίρα και αυτοϋποβιβάζονται, ενώ πλέον το ευρωπαϊκό δίκαιο υπερτερεί του Εθνικού. Ακόμα και η τυπική νομιμοποίηση της ευρωκρατίας, μέσω των ευρωεκλογών κάθε 5 χρόνια, αναδεικνύει ένα ευρωκοινοβούλιο που έχει αποκλειστικά διακοσμητικό ρόλο (δεν μπορεί να νομοθετήσει, ούτε καν να προτείνει μια νομολογία). Οι κεντρικές αποφάσεις περνούν σε όργανα μη εκλεγμένα, μη υποκείμενα σε κανέναν έλεγχο, όπως είναι η Κομισιόν, η ΕΚΤ, κ.λπ. Εάν λοιπόν, οι αποφάσεις τέτοιου είδους οργάνων έχουν μεγαλύτερη ισχύ από Εθνικά Συντάγματα, από αποφάσεις κοινοβουλίων, από το Εθνικό Δίκαιο των Χωρών (οι οποίες, κατά τα άλλα, θεωρούνται «ισότιμες…), δεν είναι υπερβολή να πούμε πως σχεδόν το σύνολο των Ευρωπαϊκών Εθνών που μετέχουν στην ΕΕ εξουσιάζονται από ένα ολιγαρχικό, αυταρχικό, νεοφιλελεύθερο, αντεθνικό και ανελεύθερο αντιδημοκρατικό κέντρο, από μια ευρωπαϊκή υπερελίτ.
Ο δυτικός παγκοσμιοποιημένος «χώρος» έχει οδηγηθεί σε μια συστημική κατάσταση, η οποία έχει τρία βασικά χαρακτηριστικά: α) Τα Έθνη, τα Κράτη, οι Λαοί, οι Κοινωνίες πρέπει να είναι χειραγωγημένοι στον μέγιστο βαθμό, με τα εργαλεία που οδηγούν σε αυτό το «αποτέλεσμα» να έχουν γιγαντωθεί (χαρακτηριστικό παράδειγμα ό,τι πραγματοποιήθηκε στο όνομα της πανδημίας). β) Είναι επιτρεπτή μια χαμηλής έντασης αμφισβήτηση, που να λειτουργεί λίγο σαν δικλείδα εκτόνωσης και ασφαλείας. γ) Κάθε τόσο, τα δυο προαναφερόμενα βασικά χαρακτηριστικά διακόπτονται από εκρήξεις λαϊκής οργής που αντιμετωπίζονται με ό,τι μπορεί να επιστρατευτεί.
Αυτό είναι το κεντρικό πλάνο της «κανονικότητας» του συστήματος και πάνω σε αυτό χτίζεται η αποδ(ρ)ομή της δημοκρατίας, το συνεχές άδειασμά της, ο πλήρης εκφυλισμός της. Αυτό το πλάνο, με όλα όσα συνεπιφέρει (φτωχοποίηση, διάλυση μεσαίων στρωμάτων, επίθεση σε εργασιακά δικαιώματα, κατάργηση του δημόσιου χώρου κ.ο.κ.), δεν παράγει επαναστάσεις ή εξεγέρσεις, με την κλασσική ιστορική έννοια, τροφοδοτεί όμως διαδικασίες κοινωνικής αντίστασης και συντελεί στην διαμόρφωση νέας συνείδησης.
Ως αίτημα των Καιρών, για όποιον θέλει να δει πιο προσεκτικά τι συμβαίνει, εμφανίζεται η απαίτηση μεγάλων κοινωνικών πλειοψηφιών, Λαών, Εθνών γενικά, για συμμετοχή. Δηλαδή, με την έννοια να μην παίρνονται αποφάσεις στο όνομά τους (αλλά ερήμην τους), να μην υπόκεινται σε μια προσβλητική παραγκώνιση, να έχουν ουσιαστικό λόγο. Ταυτόχρονα, το αίσθημα της αδικίας δυναμώνει εκθετικά. Και αυτό οφείλεται τόσο στην βιωμένη εμπειρία όσο και την διάψευση τόσων (ψεύτικων) συνθημάτων.
Στην Γαλλία, για παράδειγμα, στην πρόσφατη λαϊκή εξέγερση για το συνταξιοδοτικό ζήτημα, έπαιξε τεράστιο ρόλο η αλαζονική συμπεριφορά του Μακρόν ως πρωθυπουργού των τραπεζών και των πλουσίων της Γαλλίας, ο οποίος αγνοεί επιδεικτικά την εθνοσυνέλευση και περνά το νομοσχέδιο με προεδρικό διάταγμα, πυροδοτώντας έτσι μια δίκαιη και τεράστια εξέγερση σε πανεθνική κλίμακα.
Στην Ελλάδα, πέρα από το ειδικό μνημονιακό καθεστώς, έχουμε και ρυθμίσεις, όπως το «ακαταδίωκτο», που εισάγονται σε κάθε ειδικό πρόβλημα εγκλημάτων ενάντια στην Πατρίδα, τον Λαό και την Δημόσια Περιουσία. Έχουμε την κραυγαλέα ασυλία των funds, το «αγκάλιασμα» κράτους - παρακράτους και υποκόσμου. Έχουμε την ανοικτή παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη από την υπεράσπιση της Εθνικής Κυριαρχίας, με αυτό να βαπτίζεται «ρεαλισμός» και «σωστή πλευρά της ιστορίας», χωρίς να ρωτιέται γι’ αυτά ο «κυρίαρχος λαός». Αυτός, το μόνο που οφείλει να κάνει είναι «σωστή επιλογή» στις προσεχείς εκλογές, ανάμεσα σε προκαθορισμένες συστημικές επιλογές.
Η ροή των πραγμάτων δείχνει ότι δυναμώνει η τάση των Εθνών, των Λαών, των Κοινωνιών να μην παραγκωνίζονται. Αυτό, με την σειρά του, τροφοδοτεί και δυναμώνει ένα αίτημα από-παγκοσμιοποίησης, ενισχύει προσπάθειες επανόδου και περιφρούρησης της Εθνικής Κυριαρχίας, καθώς και των θεσμών που την κατοχυρώνουν, όπως και των εξουσιών που να έχουν σχέση με αυτήν την τάση – απαίτηση.
Η Δημοκρατία, η πραγματική Δημοκρατία, δεν είναι μια καρικατούρα, όπως έχει καταντήσει η «αντιπροσωπευτική» σημερινή εκφυλισμένη μορφή της, η υποταγμένη πλήρως στην παγκοσμιοποίηση, τον εθνομηδενισμό, στην «διεθνή των αγορών» και στον ευρωατλαντισμό. Η πραγματική Δημοκρατία, ως ενεργός συμμετοχή των Ελλήνων σε Όλα και για Όλα, είναι οργανικό στοιχείο για την μετάβαση σε μια μεταπαγκοσμιοποιητική και μετακαπιταλιστική κοινωνία, με επαναφορά του Εθνικού Συμφέροντος και της Λαϊκής Θέλησης στην κυριαρχία της πολιτικής και κοινωνικής ζωής της Χώρας.
Γιώργος Μάστορας