Γράφει ο Παναγιώτης Σκούρτης,
Διεθνολόγος, Αξιωματικός Λ.Σ. (ε.α.)
Τομέας Εξωτερικής Πολιτικής
Οι ελλαδικές κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης ακολουθούν μια άκρως συντηρητική και φοβική πολιτική απέναντι στην Τουρκία. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στα ζητήματα του Διεθνούς Δικαίου της Θαλάσσης. Η μέχρι σήμερα χάραξη των γραμμών βάσης της Ελλάδας με τη μέθοδο της φυσικής ακτογραμμής και με μήκος γραμμής βάσης κόλπων τα 10 ν.μ., είναι όχι μόνο μια εξαιρετικά συντηρητική πολιτική σε σχέση με τη Σύμβαση του Δικαίου της Θαλάσσης, αλλά και σαφώς αντίθετη με τα ελληνικά συμφέροντα. Η γεωγραφική ιδιαιτερότητα της Ελλάδος, επιτάσσει τη χάραξη ευθειών γραμμών βάσης, σε συνδυασμό με τη φυσική ακτογραμμή, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά τα οποία επιτρέπει το Διεθνές Δίκαιο. Το ίδιο ισχύει και για τον κανόνα των 24 ν.μ. για το κλείσιμο των κόλπων.
Επίσης, παρατηρείται ότι απέναντι στις διαρκείς τουρκικές προκλήσεις και στις προδήλως έκνομες θέσεις της Άγκυρας, κάποιοι στην χώρα μας αντιτείνουν ως απώτατη διεκδίκησή μας το δικαίωμα στην επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια, το οποίο όμως είναι αυτονόητο και θα έπρεπε ήδη προ πολλού να έχουμε ασκήσει.
Είναι όμως τα παραπάνω καθώς και η ανακήρυξη ΑΟΖ οι απώτατες διεκδικήσεις που θα πρέπει να έχει η πατρίδα μας αναφορικά με τις θαλασσιές ζώνες;
Ασφαλώς και όχι!
Η Ελλάς θα πρέπει να αντιτάξει, αντί πολλών, το ζήτημα και μόνο ότι χάριν του αδιάσπαστου της επικρατείας της είναι Μικτό Αρχιπελαγικό Κράτος.
Μια στιβαρή Εθνική Κυβέρνηση θα πρέπει να χαράξει Αρχιπελαγικές γραμμές βάσης και έξωθεν αυτών να εκκινούν οι θαλασσιές ζώνες. Αρχιπελαγικές είναι οι γραμμές βάσης που ενώνουν τα ακρότατα σημεία των πλέον απομακρυσμένων νήσων.
Η χάραξη των εν λόγω γραμμών δεν θα επαυξήσει μόνον την ελληνική αιγιαλίτιδα ζώνη, αλλά και τις υπόλοιπες θαλάσσιες διεκδικήσεις της. Η χάραξη τέτοιων γραμμών βάσης είναι ένα σημαντικότατο όπλο της Ελλάδος, ιδίως σε συνδυασμό με μια ταυτόχρονη επέκταση των χωρικών υδάτων.
Με την ευκαιρία των προηγουμένων επισημάνσεων, χρήσιμο είναι να λεχθούν τα εξής: Η λέξη «αρχιπέλαγος» είναι ελληνική και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά τον 14ο αιώνα για να περιγράψει τα νησιά του Αιγαίου. Ως νομική έννοια του Δικαίου της θαλάσσης καθιερώθηκε για πρώτη φορά στο Montego Bay της Ιαμαϊκής το Δεκέμβριο του 1982 και αυτό εισάγει οπωσδήποτε θετικό πρόκριμα για την Ελλάδα, που πρέπει να διεκδικεί την επέκταση της έννοιας αυτής για την αναγνώριση μικτών αρχιπελαγικών κρατών. Σε κάθε περίπτωση, με τη Νέα Σύμβαση του Δικαίου της Θαλάσσης, υφίσταται επαρκής βάση ώστε να αναγνωρίζεται το αδιάσπαστο μίας αρχιπελαγικής δομής με την ηπειρωτική χώρα, προκειμένου να μη διακόπτεται η κρατική κυριαρχία σε όσες χώρες διαθέτουν σύμπλεγμα νήσων και ηπειρωτική επικράτεια. Η κρατική κυριαρχία καθ’ αυτή απαιτεί εκ των πραγμάτων την ειδική πρόνοια της «μη διάσπασης» του συνόλου της επικράτειας και εν τέλει το αδιάσπαστο και αδιάλειπτο της εδαφικής κυριαρχίας.
Επιπλέον πρέπει να καταστήσουμε σαφές σε εχθρούς και φίλους ότι το Αιγαίο ιστορικά από αρχαιοτάτων ετών αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του ελληνικού χώρου και η προσωρινή κατοχή της Ιωνίας από τους τούρκους ουδέν δικαίωμα τους παρέχει επί θαλασσίου χώρου, πέραν του μισού της απόστασης από τα έναντι νησιά αλλά και της νοητής γραμμής που τα ενώνει και σε κάθε περίπτωση εξικνείται το μέγιστο 3 μίλια από τις Μικρασιατικές ακτές. (αρθ. 6 και 12 της συνθήκης της Λωζάνης).
Συνεπώς, επιβάλλεται επαναπροσδιορισμός της τακτικής της Αθήνας έναντι της Άγκυρας με βάση το επιχείρημα που μπορεί να τεθεί ότι: η Ελλάς είναι μικτό αρχιπελαγικό κράτος, η δομή του οποίου είναι αδιάσπαστος, τηρουμένων των συνθηκών και όρων της Αβλαβούς Διελεύσεως!