Η Ελλάδα, δια της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά και με την σύμφωνη γνώμη και των άλλων βασικών δυνάμεων του πολιτικού συστήματος, έσπευσε να πάρει θέση στον εν εξελίξει πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, όχι στο πλευρό της αμυνόμενης Ουκρανίας, όπως υποκριτικά ισχυρίζονται οι κυβερνώντες νεοδημοκράτες, αλλά στο πλευρό του ευρωατλαντικού άξονα. Γι’ αυτόν τον λόγο, ως δεδομένος «εταίρος», σπεύδει να αποδεχτεί όλα τα αιτήματα και να συνταχθεί με όλες τις αποφάσεις της Δύσης απέναντι στην Ρωσία.
Αρχικά ήταν η αξιοποίηση των βάσεων του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ (κυρίως Σούδα και Αλεξανδρούπολη) για την μεταφορά στρατευμάτων και στρατιωτικού υλικού προς τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που επιβλήθηκε ως συμμαχική μας υποχρέωση που δεν χωράει αμφισβήτηση. Στη συνέχεια, ήρθαν οι κυρώσεις από την ΕΕ, η απαγόρευση πτήσεων, ενώ η Χώρα μας επέλεξε να συνταχθεί με την απόφαση της ΕΕ να αποστείλει, πέρα από ανθρωπιστική βοήθεια, και πολεμικό υλικό προς την Ουκρανία. Την ίδια στιγμή , ο δημόσιος λόγος , αλλά και οι κρατικοί θεσμοί, λαμβάνουν θέση μάχης. Οι επαναλαμβανόμενες επαναφορές του Μητσοτάκη στον «ελεύθερο κόσμο» που μάχεται ενάντια σε «δικτάτορες», θα προκαλούσε απλώς τον γέλωτα εάν δεν ήταν τόσο κρίσιμη η κατάσταση. Έτσι κι αλλιώς, η Χώρα μας (μαζί με τις άλλες δυτικές κυβερνήσεις) δεν περίμεναν την πρόσφατη εισβολή για να κάνουν κινήσεις απομόνωσης της Ρωσίας (βλέπε «μποϊκοτάζ» σε αγροτικά της προϊόντα, απέλαση Ρώσων διπλωματών) που προετοίμασαν στην πράξη το έδαφος για την σημερινή κατάσταση. Το Αληθινό Ελληνικό Εθνικό Συμφέρον είναι να διεκδικήσουμε Χώρο και Ανεξαρτησία από τα δυο στρατόπεδα που επιδιώκουν να χωρίσουν τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής. Το ένα με στόχο να συντηρήσει τους μεταπολεμικούς συσχετισμούς ισχύος και την σε υποχώρηση, υπό τις ΗΠΑ, δυτική ηγεμονία στον πλανήτη. Το άλλο για να κατοχυρώσει και να επεκτείνει τις αυτοκρατορικές αξιώσεις της Ρωσίας στον ευρωασιατικό χώρο. Η παράταξη σύσσωμης της Ευρώπης πίσω από τις ατλαντικές επιδιώξεις τινάζει στον αέρα κάθε προοπτική ανεξαρτησίας των Ευρωπαϊκών Εθνών, τόσο από τα ευρωατλαντικά όσο και από τα ευρασιατικά σχέδια. Η Χώρα μας έχει κάθε συμφέρον να αντιταχθεί σε αυτήν την προοπτική, επιμένοντας στην ανάγκη η Ευρώπη να μην μετατραπεί σε σύνορο στις νέες πλανητικές διαιρέσεις. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να υπάρξει κατάδειξη του εμπρηστικού ρόλου της Τουρκίας, που διεκδικεί «ζωτικό χώρο» της «Γαλάζιας Πατρίδας», εις βάρος της κυριαρχίας της Χώρας μας. Αντιθέτως, η , καθ’ υπόδειξη των ΗΠΑ, στάση των εναλλασσόμενων ελληνόφωνων κυβερνήσεων, μπορεί να χωράει αυστηρούς τόνους και σκληρές κυρώσεις προς την Ρωσία, την ίδια στιγμή που απέναντι στην επεκτατική Τουρκία υπάρχει η συνεχής προθυμία για «διάλογο» και «κατευνασμό». Πλάι στα παραπάνω, πρέπει να προστεθεί και η Εθνική, Ηθική και Ιστορική υποχρέωση της Χώρας μας να στηρίξει έμπρακτα και με κάθε μέσο τους ομογενείς μας στην Ουκρανία, που αυτήν την στιγμή συνθλίβονται από τις συμπληγάδες πέτρες της ρωσοουκρανικής σύγκρουσης. Η στάση αναμονής που κράτησε όλο αυτό το διάστημα η Ελλάδα, αφήνοντας τους ανθρώπους αυτούς απροστάτευτους, στην αρχή, από τις επιθέσεις παραστρατιωτικών ομάδων του Κίεβου και τώρα στην διακεκαυμένη ζώνη της Ρωσικής εισβολής, είναι εγκληματική. Όμως, η Χώρα μας θα έπρεπε να είχε προβεί σε ουσιαστικές κινήσεις, απαιτώντας συγκεκριμένες εγγυήσεις ασφαλείας και από τα δύο στρατόπεδα, για τους Ελληνογενείς πληθυσμούς της περιοχής, προσαρμόζοντας αντίστοιχα και τις διπλωματικές της θέσεις.
Τέλος, ειδική αναφορά θα πρέπει να γίνει και για τις εκκωφαντικές σιωπές της κυβέρνησης Μητσοτάκη γύρω από δύο «φραστικά» ατοπήματα των τελευταίων ημερών. Το ένα αφορά την «εν χορώ» αναφορά των ηγετών της Δύσης σχετικά με την «πρώτη εισβολή ξένης δύναμης σε ευρωπαϊκή χώρα, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Δήλωση, που δικαιολογημένα προκάλεσε την αντίδραση των Σέρβων, καθώς δεν ανέχτηκαν να ξεγραφτεί από την Ιστορία ο πόλεμος των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων εναντίoν της χώρας τους. Στον αντίποδα, τόσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη όσο και η Κυπριακή κυβέρνηση, ξέχασαν την τουρκική εισβολή και κατοχή το 1974, συμμετέχοντας «χωρίς παραφωνίες» στην ευρωατλαντική «χορωδία». Η δεύτερη σιωπή έχει να κάνει με τις επαναλαμβανόμενες αναφορές του Ρώσου ΥΠΕΞ Λαβρόφ στην «Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου». Στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει τις ρωσικές ενέργειες, «κλείνει το μάτι» στα συνεχή εγκλήματα της Τουρκίας στα Κατεχόμενα, ανατρέποντας την πάγια θέση της Ρωσίας για το θέμα, χωρίς μάλιστα να πάρει την απάντηση που του αρμόζει από την Ελληνική πλευρά.
Γιώργος Μάστορας