Ξύπνα καημένε μου ραγιά ξύπνα να δεις την λευτεριά

Έλληνες  06/05/2021  

Μοιραστείτε το άρθρο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης

Της Συγγραφέως ″Φλόγα του Ταινάρου″

Για άλλη μια χρονιά, βιώσαμε το μέγιστο διαχρονικά γεγονός της

ανθρωπότητας: Την Ανάσταση του Θεανθρώπου, μέσα στη μεμψιμοιρία και το ψέμα.

Δεν έλειψαν βέβαια η πίκρα ή ακόμα και η αγανάκτηση για την επιεικώς απαράδεκτη

συμπεριφορά και δηλώσεις της πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας. Ας μην σταθούμε

μόνο στις κραυγαλέες περιπτώσεις της στάσης κατά την ανάκρουση του Εθνικού μας

Ύμνου. Ας δούμε κάτι μάλλον ασήμαντο, μπροστά στα όσα βιώνουμε, όχι εξαιτίας

του κορωνοϊού, αλλά ″χάρις″ στις τραγελαφικές αποφάσεις της κυβέρνησης των

λοιμωξιολόγων: Περιφορά (αυτή η κουτσουρεμένη) Επιταφίου στην Μητρόπολη

Αθηνών. Παρατεταγμένη στην πρώτη γραμμή η νεοσύστατη ομάδα της Αστυνομίας

με το ακρωνύμιο Ο.Δ.Ο.Σ. Περνά από μπροστά τους το σεπτό Σώμα του Βασιλέα

των Βασιλέων. Δεν κάθονται σε στάση προσοχής. Δεν χαιρετούν στρατιωτικά.

Βρίσκονται σε μια χαλαρή στάση. Σαν να παρακολουθούν συναυλία. Ναι, λίγοι το

πρόσεξαν, είναι όμως ενδεικτικό αποτέλεσμα της παντελούς έλλειψης παιδείας και

σοβαρής εκπαίδευσης. Ο μεθοδικός ″εκβαρβαρισμός″ του λαού μας, ίσως είναι η

βασική αιτία που ακόμα ″ανεχόμαστε″ την κοροϊδία των αργυρώνητων ΜΜΕ.

Θριαμβολογούν ότι μπορούμε να πάμε στην καφετέρια, να κάτσουμε έξω, αλλά προς

Θεού, μην ακούμε μουσική. Διαπίστωσαν ότι ο ιός είναι φιλόμουσος. Δεν

παραλείπουν οι γκεμπελίσκοι (έναντι αδρής αμοιβής), να διατυμπανίζουν και το

πρόγραμμα εμβολιασμών, που ακούει στο βαρύγδουπο όνομα: «Πρόγραμμα Ελευθερία». Είναι πραγματικά οξύμωρο, οι δούλοι της παγκοσμιοποίησης να μιλούν

για ″Ελευθερία″.

Σήμερα όμως, 5 Μαΐου, ας αφιερώσουμε λίγες γραμμές σε έναν πραγματικό

Αγωνιστή της Ελευθερίας. Έναν τυπικό εκπρόσωπο του υψηλού φρονήματος του

σκλαβωμένου γένους. Ενός πραγματικά προικισμένου Έθνους, που η τύχη και όχι

μόνο (μη ξεχνάμε τα πολλά ελαττώματα της φυλής: διχόνοια, φθόνος για τους

πραγματικά ικανούς, κλπ), το έριξαν στην μακρόχρονη σκλαβιά του πλέον βάρβαρου

δυνάστη. Το Έθνος μας όμως δεν λύγισε, κράτησε τους θεσμούς του: Την εκκλησία,

την οικογένεια, την κοινότητα. Ουδέποτε φοβήθηκε τους Τούρκους.

Και στις πλέον μαύρες περιόδους της άγριας σκλαβιάς, υπήρχαν φλόγες

ελευθερίας. Υπήρχαν Έλληνες που δεν έσκυβαν το κεφάλι. Υπήρχαν Έλληνες που

δεν αισθανόντουσαν ραγιάδες. Ο Ελληνισμός επιβίωσε στηριζόμενος στους

ανυπότακτους πολεμιστές του: Τους κλέφτες και τους αρματολούς. Τα κατορθώματα

των ανθρώπων αυτών υμνήθηκαν από τον λαό μας, που είδε στο πρόσωπό τους,

τους άξιους συνεχιστές των πολεμικών παραδόσεων της φυλής. Στα τετρακόσια (και

πλέον, για πολλές περιοχές της Ελλάδος) χρόνια, της πιο απάνθρωπης σκλαβιάς

έγιναν περί τις 200 μικρές και μεγάλες επαναστάσεις. Αισθάνομαι την ανάγκη να

αναφερθώ στην τελευταία αξιόλογη. Αυτή του Παπα-Θύμιου Βλαχάβα. Του θρύλου

των Χασίων.

Βρισκόμαστε στη Θεσσαλία στα τέλη του 18 ου αιώνα, μια περιοχή που την

έχουμε καταστήσει συνώνυμη με την πλούσια πεδιάδα της. Και όμως πάνω από το

60% της Θεσσαλίας είναι βουνά, μερικά από τα οποία είναι από τα υψηλότερα και

πλέον δυσπρόσιτα της χώρας μας. Βόρεια βρίσκονται ο Όλυμπος και τα Χάσια, πιο

δυτικά η περιοχή του Ασπροποτάμου και οι ορεινοί όγκοι της Πίνδου, νοτιότερα τα

Άγραφα και η Όθρυς, ενώ ανατολικά φράζουν τον δρόμο προς τη θάλασσα το Πήλιο

και η Όσσα.

Σε αυτά ακριβώς τα βουνά, ήταν που πρωτοεμφανίστηκε ο θεσμός των

αρματολών. Οι αρματολοί της Θεσσαλίας πολύ γρήγορα ήλθαν σε σύγκρουση με

τους δυνάστες και η συνύπαρξη με αυτούς ήταν κατά το μεγαλύτερο διάστημα μη

ειρηνική. Έφθασαν έτσι να ασκούν εξουσία ή, όπως εύστοχα παρατηρεί ο

Κασομούλης, να ″μοιράζονται″ την εξουσία με τους Οθωμανούς. Ο μέγιστος

ιστορικός μας, ο Κ. Παπαρρηγόπουλος, σημειώνει ότι γύρω στα 1800 από τα 17-18

αρματολίκια που εμφανίζονταν στον χώρο του σημερινού ελεύθερου Ελληνικού

Κράτους τα μισά τουλάχιστον εντοπίζονταν στη Θεσσαλία. Συνήθως τα σώματα των

αρματολών είχαν από 50 ως 200 άνδρες, με ″ανώτατο άρχοντα″, τον Καπετάνιο.

Οι τεχνικές στη μάχη στηρίζονταν στις αρχές του κλεφτοπόλεμου και του

αιφνιδιασμού. Οι αρματολοί ενεργούσαν με τρόπο που θυμίζει έντονα τις

καταδρομικές επιχειρήσεις της εποχής μας. Όταν αναγκάζονταν να δώσουν μάχη εκ

παρατάξεως πολεμούσαν ακροβολισμένοι, σε αντίθεση με τους Τούρκους που

εκινούντο ο ένας δίπλα στον άλλο. Οι αρματολοί γνώριζαν να εκμεταλλεύονται στο

έπακρο το έδαφος και τις εξάρσεις του, στοιχείο που δεν απαντάτο στους Τούρκους.

Γι' αυτό και οι κατακτητές όταν συγκρούονταν με αρματολούς είχαν σχεδόν πάντα

πολλαπλάσιες απώλειες.

Στο βόρειο τμήμα του Θεσσαλικού χώρου ονομαστά αρματολίκια, που

διατηρήθηκαν επί γενιές, υπήρχαν στον Όλυμπο, με γνωστότερες οικογένειες

(φάρες) αρματολών τους Ζηδραίους και τους Λαζαίους. Δυτικότερα τα Χάσια

συνέδεσαν το δικό τους όνομα με μία από τις πιο ένδοξες γενιές αρματολών, που

έγραψαν τη δική τους ιστορία: τους Βλαχαβαίους.

Το αρματολίκι των Βλαχαβαίων περιελάμβανε το σύνολο των χωριών

(περίπου 80-85 χωριά) των Χασίων. Γενάρχης της σκληροτράχηλης αυτής ράτσας

πολεμιστών ήταν ο Αθανάσιος Βλαχάβας, που ήλεγχε το αρματολίκι με έδρα την

Καλαμπάκα. Στην σκιά των επιβλητικών βράχων των Μετεώρων, των

στεφανωμένων με τα ιερά Μοναστήρια.

Ο γερο-Βλαχάβας συγκρούστηκε επανειλημμένα με τους Τούρκους, η δε

δράση του κατά τα Ορλωφικά υπήρξε πρωταγωνιστική. Στο τέλος και ενώ η

επανάσταση έπνεε τα λοίσθια εγκλωβίστηκε με άλλους Θεσσαλούς καπετάνιους στο

Αιτωλικό, από όπου διέφυγε υπό μυθιστορηματικές συνθήκες. Επέστρεψε μετά από

πολλές ταλαιπωρίες στα Χάσια, όπου και πέθανε το 1792. Ο Αθανάσιος Βλαχάβας

απέκτησε τρεις γιους: τον Θοδωρή, τον Δημήτρη και τον Θύμιο. Ο τελευταίος, ο

ήρωας της ιστορίας μας, γεννήθηκε το 1770 στο μικρό χωριό Σμόλια (σημερινή

Αγρελιά) γαντζωμένο στις πλαγιές του βουνού Κούτριας των Χασίων σε υψόμετρο

923 μέτρα. Ο Θύμιος Βλαχάβας, από νεαρά ηλικία, εκδηλώνοντας την αγάπη του για

τον Θεό και την Εκκλησία, χειροτονήθηκε ιερέας. Γι' αυτό και η ιστορία τον αναφέρει

συχνά ως «Παπα-θύμιο». Στον νεαρό Θύμιο είχε καρπίσει για τα καλά ο σπόρος των

κηρυγμάτων και διδαχών του Κοσμά του Αιτωλού. Αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Δεν

περίμενεν παρά την στιγμήν καθ' ήν έμελλον να πληρωθούν οι θρησκευτικοί χρησμοί

ούτοι, και να ριφθεί εν τω μέσω του τυραννουμένου λαού και με τον σταυρόν και με

το σπαθί εις τας χείρας κατά της τυραννίας». Μετά τον θάνατο του πατέρα του

γίνεται αυτός καπετάνιος και επεκτείνει το αρματολίκι του.

Η πρώτη και σημαντική επιτυχία του Θύμιου Βλαχάβα ήταν το συνέδριο του

1805, στο Καρπενήσι. Εκεί συγκεντρώθηκαν οι ισχυρότεροι καπεταναίοι από όλη την

ηπειρωτική Ελλάδα, από τη Μακεδονία ως τον Μωριά. Ο Θύμιος Βλαχάβας ήταν

εκείνος που έθεσε ξεκάθαρα ζήτημα εθνικής απελευθέρωσης, τοποθετώντας την ως

κεντρικό σκοπό τους Γένους. Η ιστορική πηγή σημειώνει: «Μέχρι τότε, κάθε

καπετάνιος, κλεισμένος μέσα στο αρματολίκι του, συγκέντρωνε όλη του την φροντίδα

στο πώς να το διατηρήσει... Ξαφνικά συνειδητοποίησαν ότι π.χ. οι Χασιώτες δεν ήταν

μόνο Χασιώτες, οι Ρουμελιώτες δεν ήταν μόνο Ρουμελιώτες, αλλά όλοι τους ήταν και

Έλληνες, που έπρεπε να αντιμετωπίσουν με κοινό αγώνα τον κοινό εχθρό.

Καπετάνιοι και αρματολοί, απελευθερώθηκαν από την τοπικιστική αντίληψη, που τους

έδενε με τοπικά συμφέροντα και τους εξωθούσε στο να προσκυνούν». Τελικά

φεύγοντας από το Καρπενήσι καπετάνιοι συμφώνησαν να συντονίσουν δράση τους

θέτοντας τις βάσεις για κοινό αγώνα. Ο Θύμιος είχε καταφέρει να μεταλλάξει τους

καπετάνιους από τοπικούς σε εθνικούς επαναστάτες. Κατά ένα μαγικό τρόπο είχε

συνειδητοποιήσει αυτό που έλεγε ο μεγάλος προγονός του, ο Αριστοτέλης: «(Το

Ελληνικό γένος) ελεύθερον διατελεί και βέλτιστα πολιτευόμενον και δυνάμενον

άρχειν πάντων, μιας τυγχάνον πολιτείας».

Οι ραγδαίες εξελίξεις της εποχής ανάγκασαν έναν βουνίσιο να εξελιχθεί σε

τρομερό ναυμάχο, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά την συνέχεια του αίματος και

ότι όλοι οι Έλληνες κρύβουμε μέσα μας έναν πολυμήχανο αλλά και συνάμα πολύτλα

Οδυσσέα. Ιδού πως: Η ανακωχή του Ρωσοτουρκικού Πολέμου, που επικυρώθηκε

στο Τιλσίτ, το 1807, όπως πάντα, «ξέχασε» να μεριμνήσει για τους Έλληνες που

βοήθησαν τους ομοδόξους τους και τους άφησε έρμαιο στα αντίποινα των Τούρκων.

Πολλοί Θεσσαλοί καπετάνιοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στις γειτονικές

Σποράδες. Εκεί βρέθηκε και ο Θύμιος Βλαχάβας, δίπλα στον θρυλικό Νικοτσάρα, ο

οποίος με ορμητήριο τη Σκιάθο και στόλο 70 πλοίων και πλοιαρίων έχει γίνει το

φόβητρο του οθωμανικού στόλου. Ο Βλαχάβας συμπράττει στη δημιουργία του

πρώτου αυτού υποτυπώδους Ελληνικού ναυτικού. Με ορμητήρια τη Σκιάθο και τη

Σκόπελο τα Ελληνικά καράβια, με έμπειρα πληρώματα, εκτελούν αιφνίδιες επιδρομές

σε όλο το μήκος της ακτογραμμής, από τον Θερμαϊκό κόλπο ως την είσοδο του

Παγασητικού.

Η ανακωχή του Τιλσίτ όμως είναι προσωρινή. Η ρωσοτουρκική ένταση,

διατηρείται αμείωτη. Οι Έλληνες, διψασμένοι για λευτεριά, ξεσηκώνονται σε πολλές

περιοχές. Τα Χάσια, με τους Βλαχαβαίους, δεν είναι δυνατόν να υστερήσουν, τώρα

μάλιστα που οι Ρώσοι τα τροφοδοτούν με τυφέκια και πυρομαχικά, μέσω Ιονίου. Όλα

τα Θεσσαλικά βουνά ξεσηκώνονται, να διώξουν τον μισητό δυνάστη. Όλυμπος,

Πίνδος, Χάσια, είναι ελεύθερα. Οι Τούρκοι κλείνονται στις μεγάλες πόλεις. Αρκετοί

ντόπιοι αγάδες εξοντώνονται. . Αρχές του 1808, ο Θύμιος Βλαχάβας κάνει επαφές με

Ρώσους και Σέρβους. Συγκαλεί στα Χάσια συγκέντρωση Θεσσαλών και

Ρουμελιωτών καπεταναίων. Αναδεικνύονται το οργανωτικό πνεύμα και οι

στρατηγικές ικανότητες του Θύμιου Βλαχάβα. Παρακινεί για γενική εξέγερση. Όπως

έγινε, τέσσερα χρόνια πριν, στη Σερβία.

Ημέρα επανάστασης η 29 Μαΐου 1808, για προφανείς συμβολικούς λόγους. Ο

Βλαχάβας καταρτίζει το σχέδιο. Θα κινηθούν πρώτα εναντίον των μεγάλων αστικών

κέντρων (Ελασσόνα, Λάρισα, Τρίκαλα), όπου υπολογίζει ότι θα κλειστούν οι

Τουρκαλβανοί, που ήταν και ο κύριος στόχος. Ο Αλή Πασάς βρίσκεται στο απόγειο

της δόξας του. Οι Τουρκαλβανοί του είναι ο μεγάλος αντίπαλος. Πρέπει να

αποτρέψει την είσοδο των στρατευμάτων του Αλή στη Θεσσαλία. Στέλνει δύο από

τους ικανότερους καπετάνιους να κλείσουν τις διόδους από την Ήπειρο. Ο

Δεληγιάννης κλείνει την Κατάρα και ο Στορνάρης κλείνει τους Καλαρρύτες.

Απρίλιος του 1808, ο Θύμιος Βλαχάβας, εξοντώνει τους Τουρκαλβανούς όπου

τους συναντά. Η επανάσταση εξελίσσεται καλά. Τώρα όμως εμφανίζεται η ″κατάρα″

της προδοσίας. Τα πάντα αντιστρέφονται. Αποδεικνύεται για άλλη μια φορά ότι εμείς

οι Έλληνες μπορούμε να ηττηθούμε μόνο από Έλληνες. Την Πρωτομαγιά, ο

Δεληγιάννης προδίδει τα πάντα στον Αλή πασά. Δεν υπάρχει αιφνιδιασμός. Τα

περάσματα μένουν αφύλαχτα. Οι Τουρκαλβανοί ανενόχλητοι πλημμυρίζουν την

Θεσσαλία. Η λογική λέει ότι μετά από αυτήν την προδοσία, η επανάσταση πρέπει

τουλάχιστον να αναβληθεί. Ο Βλαχάβας, όμως είναι παλικάρι, δεν συμβουλεύεται το

μυαλό του, αλλά την καρδιά και το αίμα του. Βιάζεται να αναπνεύσει ελεύθερο αέρα.

Ελπίζει πια μόνο στην βοήθεια του Θεού, υψώνει στις 5 Μαΐου 1808, στα Χάσια τη

σημαία της εξέγερσης. Αμέσως με ταχύτατη κίνηση και επικεφαλής 600 ανδρών

καταλαμβάνει εύκολα την Καλαμπάκα. Ο Αλή πασάς προσεταιρίζεται τον επίσκοπο

Λαρίσσης Γαβριήλ. Ο επίσκοπος περιοδεύει τον κάμπο για να κρατήσει τους

κολλήγους ″ήσυχους″. Οι κολλήγοι του κάμπου μένουν ″ήσυχοι″. Δεν τον βοηθούν.

(σ.σ. Όπως ″ήσυχοι″ είμαστε σήμερα οι περισσότεροι Έλληνες. Καθόμαστε

«φρόνιμα» στον καναπέ μας. Κάνουμε υπομονή. Αποβλακωνόμαστε με την ανούσια

υποκουλτούρα των πρωινάδικων και εξόφθαλμα κατασκευασμένες ειδήσεις.)

Ευτυχώς πάντα υπάρχουν οι Ελληνόψυχοι. Ο Θύμιος Βλαχάβας, απτόητος,

οργανώνει τις δυνάμεις του, που στο μεταξύ εμπλουτίστηκαν και με άλλους

επαναστάτες που συρρέουν στην Καλαμπάκα. Τοποθετεί ως αρχηγό τον αδελφό του

Θόδωρο. Τον άλλο αδελφό του, τον Δημήτριο, τον στέλνει μαζί με 300

εμπειροπόλεμους αρματολούς στη γέφυρα της Κρύας Βρύσης, κοντά στο χωριό

Μουργκάνι, για να μην εισβάλει ο Αλής στη Θεσσαλία. Εκεί οι Χασιώτες αρματολοί

συγκρούονται με τους Αλβανούς του Γιουσούφ Αράπη. Αιματηρή μάχη σώμα με

σώμα. Οι Αλβανοί υποχωρούν. Την επομένη καταφθάνουν άλλες 5.000

Τουρκαλβανοί από τα Γιάννενα, με επικεφαλής τον γιο του Αλή, Μουχτάρ. Βλέπετε οι

διαβάσεις είχαν μείνει αφύλαχτες λόγω της προδοσίας. Οι Θερμοπύλες

επαναλαμβάνονται, μόνο που τώρα τον προδότη τον λένε Δεληγιάννη και όχι

Εφιάλτη. Ο Θεσσαλικός κάμπος πλημμυρίζει Τουρκαλβανούς. Οι επαναστάτες, 600-

700 άνδρες, συμπτύσσονται μπροστά από τα Μετέωρα και το Καστράκι (σ.σ. το 480

π.Χ. ήταν ο λόφος του Κολωνού). Απέναντι τους έχουν 8.000 Τουρκαλβανούς.

Αποκρούουν τις πρώτες επιθέσεις. Ο Θόδωρος Βλαχάβας διευθύνει την άμυνα. Οι

έφοδοι συνεχίζονται αδιάλειπτα. Μετά από 11 ώρες σθεναρής άμυνας τα

πυρομαχικά τελειώνουν. Ο Θόδωρος Βλαχάβας διατάσσει: «Γιούρια με τα

γιαταγάνια!» Ηρωική έξοδος. Ελάχιστοι μένουν ζωντανοί. Ο ίδιος ο Θόδωρος

Βλαχάβας πέφτει ηρωικά, μαχόμενος. Οι Τούρκοι για άλλη μια φορά δείχνουν τον

πολιτισμό τους: Στο πεδίο της μάχης ο Μουχτάρ αποκεφάλισε κάποιους από τους

νεκρούς και έστειλε τα κεφάλια ως δώρο στον πατέρα του, στα Ιωάννινα.

Δύο ώρες μετά καταφθάνει ο ίδιος ο Θύμιος Βλαχάβας, φέρνοντας βοήθεια

500 Ολυμπίων επαναστατών. Όμως τα πάντα έχουν τελειώσει. Οι Τουρκαλβανοί

είναι πάνω από 10.000. Ο Βλαχάβας θρηνεί για τους τόσους συγγενείς και

συναγωνιστές. Καταριέται τους προδότες. Συντετριμμένος φεύγει στον Όλυμπο και

μετά στα παλιά του γνώριμα μέρη: στη Σκόπελο. Ενοχλημένοι από τη διαφυγή του

«διαβολόπαπα», όπως αποκαλούσαν τον Θύμιο Βλαχάβα, ο Μουχτάρ και οι

Τουρκαλβανοί ξεσπούν στον άμαχο πληθυσμό. Εκατοντάδες Έλληνες των Τρικάλων

εκτελούνται.

Ο Θύμιος Βλαχάβας αρχίζει πάλι ναυτική δράση, με ορμητήριο τις Σποράδες.

Σε μικρό διάστημα ο θρυλικός πλέον «παπα-Θύμιος» συγκροτεί καταδρομικό

στολίσκο από καΐκια, μεταφέροντας και εφαρμόζοντας τις τακτικές του

κλεφτοπόλεμου στο υγρό στοιχείο. Προσβάλλει αιφνιδιαστικά τα τουρκοχώρια της

περιοχής και απομακρύνεται ταχύτατα Τι κακοτράχαλα βουνά, τι βουναλάκια των

κυμάτων της Θάλασσας; Αυτή είναι η Ελλάδα και τα δύο συνυπάρχουν στο Ελληνικό

αίμα.

Το 1808, η οθωμανική Υψηλή Πύλη αντιμετωπίζει πληθώρα τοπικών

εξεγέρσεων, σε πολλές περιοχές: Πάργα, Πρέβεζα, Πελοπόννησο, Στερεά, Αιγαίο

κ.ά. Ο σουλτάνος αναγκάζεται να ακολουθήσει μία πιο ″ευέλικτη″ διπλωματική

γραμμή. Χορηγεί γενική αμνηστία στους καπεταναίους που εξεγέρθηκαν. Στο μέτρο

συμπεριλαμβάνεται και ο Θύμιος Βλαχάβας όπως και οι άλλοι Θεσσαλοί

οπλαρχηγοί. Οι περισσότεροι επιστρέφουν στους τόπους τους αφού λαμβάνουν

άφεση αμαρτιών από την Πύλη. Ο Θύμιος Βλαχάβας δεν προσκυνά. Παραμένει στη

Σκόπελο. Η αποτυχία της επανάστασης και κυρίως ο τρόπος που έγινε τον έχει

πικράνει βαθιά.

Στο μεταξύ η οθωμανική διπλωματία πετυχαίνει τη σύναψη ειρήνης με τη

Μόσχα. Η προσοχή της τώρα εστιάζεται στους καπεταναίους που αρνήθηκαν να

προσκυνήσουν. Οι Τούρκοι αναγκάζουν ακόμη και τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε' να

αποστείλει επιστολή στον Βλαχάβα, καλώντας τον να εγκαταλείψει την αντιτουρκική

δράση του και να επιστρέψει, αμνηστευμένος, στο ράσο και στην Εκκλησία.

Τον «παπα-Θύμιο» όμως τον ″θέλει″ και ο Αλή πασάς. Στην αρχή πιέζει τους

κατοίκους της Σκοπέλου να του τον παραδώσουν. Αρνούνται. Ο πασάς των

Ιωαννίνων καταφεύγει στην προσφιλή του μέθοδο: Τον δόλο. Αποστέλλει στον

Βλαχάβα πλαστογραφημένη επιστολή η οποία υποτίθεται ότι έχει γραφεί από τους

Λαζαίους του Ολύμπου. Δήθεν τον καλεί σε συνάντηση. Έξω από την Κατερίνη,

ορίζεται το ″αντάμωμα″. Ανυποψίαστος ο Θύμιος Βλαχάβας βρίσκει, αντί για τους

Λαζαίους, αδελφοποιτούς του, να τον περιμένουν οι Τουρκαλβανοί του Αλή. Τον

μεταφέρουν αμέσως στα Ιωάννινα. Τον κρατούν ζωντανό και τον υποβάλλουν στα

φρικτότερα των βασανιστηρίων για να ομολογήσει και να κατονομάσει τους

συντρόφους του. Πείθονται ότι δεν πρόκειται να μαρτυρήσει. Τον εκτελούν με τον πιο

βασανιστικό τρόπο. Για ημέρες τον δένουν στον πάσσαλο και ο όχλος των

Τουρκαλβανών τον προπηλακίζει και κόβει κομμάτια από το σώμα του. Εκείνος

όμως ως το τέλος δεν βγάζει την παραμικρή κραυγή πόνου. Δεν κάνει τον

παραμικρό μορφασμό. Ξεψυχά. Τα διαμελισμένα μέλη του σκορπίζονται από τους

εκτελεστές του στους δρόμους των Ιωαννίνων. Το μαρτύριο του περιέγραψε

γλαφυρά ο Γάλλος πρόξενος στα Ιωάννινα Πουκεβίλ, που ήταν αυτόπτης μάρτυρας:

«Τον έδεσαν σε πάσσαλο, στην αυλή του σεραγιού. Τον είδα. Ήταν ο Θύμιος

Βλαχάβας, που άλλοτε συνάντησα στην Πίνδο με τα παλικάρια του... Ακτίνες καυτού

ήλιου κτυπούσαν το αγέρωχο κεφάλι του, άφθονος ο ιδρώτας έτρεχε από την πυκνή

γενειάδα του. Ήξερε ποια τύχη τον περίμενε. Αλλά εκείνος, ατάραχος, σήκωσε σε

μένα τα γεμάτα γαλήνη μάτια του, σαν να με θεωρούσε μάρτυρα του θριάμβου του

πάνω στον δήμιο του».

Έτσι μαρτυρικά περνάει στην αιωνιότητα, στα 39 του χρόνια, ο μεγάλος

ήρωας Θύμιος Βλαχάβας. Ελεύθεροι πια οι δυνάστες στρέφονται κατά των άλλων

καπεταναίων, που είχαν επιστρέψει στις περιοχές τους, και τους εξοντώνουν. Η

ένδοξη γενιά των Λαζαίων αφανίζονται. Οι Βλαχαβαίοι, όσοι απομένουν ζωντανοί,

σκορπίζονται. Τα ιστορικά αρματολίκια του Ολύμπου και των Χασίων σβήνουν. Το

1812, με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, λήγει οριστικά ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος.

Οι εναπομείναντες καπετάνιοι είναι απογοητευμένοι.

Εκτός από τον Θύμιο Βλαχάβα, εκτελέστηκαν και άλλοι επώνυμοι της

επανάστασης. Ανάμεσα σε αυτούς, ο αγαπητός στον λαό μοναχός Δημήτριος. Ο

Δημήτριος γεννήθηκε στη Σαμαρίνα Γρεβενών και μόναζε στο μοναστήρι της Αγίας

Παρασκευής της ιδιαίτερης πατρίδας του. Είχε δημιουργήσει πλούσιο έργο και

αγώνα να κρατηθεί ο πληθυσμός στην Πίστη και τη Θρησκεία του, στα πρότυπα της

δράσης του Κοσμά του Αιτωλού. Ο Δημήτριος μεταφέρθηκε στα Ιωάννινα, όπου ο

Αλή Πασάς του επιφύλαξε αργό και βασανιστικό θάνατο.

Ο μεγάλος ποιητής Αριστοτέλης Βαλαωρίτης αφιέρωσε στο Νεομάρτυρα

Δημήτριο και στον Εθνομάρτυρα παπα-Θύμιο Βλαχάβα μια συλλογή επικών

ποιημάτων με τον τίτλο: «Τα Μνημόσυνα». Αγαπητέ Αναγνώστη, αξίζει τον κόπο να

αφιερώσεις ελάχιστο από τον χρόνο σου για να διαβάσεις τέτοια ποίηση. Να

καταλάβεις ότι υπάρχει και αυτή η Ελλάδα, η πανέμορφη, που δεν έχει καμία σχέση

με την φτιασιδωμένη και πλούσια αμειβόμενη ″βαρβαρότητα″ των ΜΜΕ.

Θα παραθέσω μόνο ένα πολύ μικρό απόσπασμα από το ποίημα «Τα δύο

βουνά» που συμπεριλαμβάνεται σε αυτήν την θαυμάσια συλλογή, για να

συγκινηθούν και να συνεγερθούν οι Ελληνόψυχοι. Να σκεφτούν και να

προβληματιστούν όσοι διαθέτουν λογική:

Ο ποιητής σε αυτό το ποίημα, με τα μάτια της ψυχής του βλέπει μια

συνάντηση του Βλαχάβα και του Οσιοκαλόγηρου Δημήτριου. Ο Βλαχάβας είναι

σιδηροδέσμιος πισθάγκωνα, πάνω σε κοφτερές πέτρες, χωρίς να βλέπει (τα μάτια

του, τα έχουν βγάλει με καυτερά σίδερα οι τουρκαλβανοί) και χωρίς να ακούει (έχουν

χύσει λιωμένο μολύβι στα αυτιά του αυτοί που οι κυβερνώντες αποκαλούν: «φίλους

και γείτονες»). Ο Δημήτριος εκμεταλλευόμενος τον βαθύ ύπνο των βασανιστών του

Βλαχάβα, καταφέρνει να βρεθεί δίπλα του, να του συμπαρασταθεί, να του δώσει λίγο

νερό, αλλά κυρίως να τον εξομολογήσει και να τον κοινωνήσει των αχράντων

μυστηρίων. Ο ποιητής βάζει στο στόμα του Δημήτριου τα παρακάτω λόγια:

Όχι, παιδί μου, μη φοβού, το αίμα το δικό μας

σαν τη βροχή της άνοιξης το χώμα θα ποτίσει,

για να φυτρώσει ελευθεριά, επλάκωσεν η ώρα

Εμείς θα να κοιμώμεθα βαθιά βαθιά στο μνήμα

και θε ν’ ακούμε τη βοή του φοβερού πολέμου,

τον κρότο, την ποδοβολή, τη χλαλοή της νίκης

επάνω από το χώμα μας να τρέχει, να διαβαίνει,

και τα παιδιά μας θα ’ρχονται ελεύθερα, Βλαχάβα,

να μας σχωρούν στην εκκλησιά και να μας μνημονεύουν.

Ο τραγικός θάνατος του Θύμιου Βλαχάβα, που ο Θεσσαλικός λαός έκλαψε

μέσα από τα δημοτικά του τραγούδια, σήμανε το τέλος εκείνης της επανάστασης.

Μία υπολογίσιμη δύναμη μερικών χιλιάδων εμπειροπόλεμων αρματολών, που θα

μπορούσε να προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στη μεγάλη επανάσταση του 1821,

εξολοθρεύτηκε. Το ίδιο έτος (1809) συνελήφθη και θανατώθηκε με φρικτό τρόπο ο

ηρωικός Κατσαντώνης.

Έμεινε όμως το σημαντικότερο όλων: Η σπορά! Αυτή οδήγησε 12χρόνια μετά στην Ανάσταση του Έθνους.

Για μια νέα, πολιτική, Ανάσταση του Έθνους αγωνίζονται και οι «Έλληνες για την Πατρίδα». Με επικεφαλής τον Ηλία Κασιδιάρη θα αφυπνίσουμε συνειδήσεις. Θέλουμε τους Έλληνες όχι ραγιάδες, αλλά αφέντες στον τόπο τους. Το ψυχικό σθένος του Ηλία Κασιδιάρη μας καθοδηγεί. Μαζί θα κτίσουμε την Ελλάδα των ονείρων μας. Μαζί θα κτίσουμε ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας.


Μοιραστείτε το άρθρο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης