Δεν τίθεται καμία αμφιβολία πως οι απανωτές πολιτικές ήττες των τελευταίων ετών, καθώς και η έλλειψη μιας ισχυρής ακτίνας προοπτικής και εναλλακτικής λύσης, έχουν οδηγήσει τον Ελληνικό Λαό σε μια πολιτική στασιμότητα, σε μια κατάσταση «νιρβάνας», όπου κανείς δεν περιμένει κάτι το θετικό από το υπάρχον πολιτικό σκηνικό. Ακόμα χειρότερα, δεν δείχνει να υπάρχει ελπίδα στην κοινωνία, στον Λαό μας που υπομένει και δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, που βλέπει να σκοτεινιάζει ο ορίζοντας, η ακρίβεια να απογειώνεται, τα νέα παιδιά να «δένονται» ολοένα και περισσότερο με την ανεργία. Ο Ελληνικός Λαός συνειδητοποιεί ότι οι νέες γενιές θα ζήσουν ένα χειρότερο μέλλον από αυτό που πέρασαν οι γονείς τους. Πολύ περισσότερο, βλέπουμε ότι κανένας δεν φαίνεται να προσδοκά πως κάτι μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο, ακόμη κι αν ο ίδιος κινητοποιηθεί. Δεν πιστεύει ότι η συλλογική δράση μπορεί να είναι αποτελεσματική, κρατά αποστάσεις από την πολιτική και το πολιτικό σκηνικό, είναι μαζεμένος και επιφυλακτικός.
Οι απανωτές πολιτικές ήττες αποτελούν βασικό στοιχείο για την κατανόηση της κατήφειας που όντως υπάρχει. Δεν είναι απλά μια ήττα σε ένα μέτωπο. Αντιθέτως, είναι πολλές και παράλληλες ήττες σε αρκετά επίπεδα, που όμως όλες έχουν σχέση με την Πολιτική, εκκινούν από εκεί, διευθύνονται από αυτήν, καθορίζονται από συσχετισμούς ιδεολογικούς, πολιτισμικούς και εν τέλει πολιτικούς. Ας παραθέσουμε τις πιο σοβαρές και ηχηρές ήττες:
α) Την «κωλοτούμπα» και συνθηκολόγηση του καλοκαιριού του 2015, με τον τρόπο που αυτή έγινε (ακύρωση αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, ψήφιση του 3ου εθνοκτόνου μνημονίου).
β) Την προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών.
γ) Την αποδόμηση και την επίθεση στο Εθνικό - Λαϊκό στοιχείο («εθνολαϊκισμός», «ετερόκλητος όχλος», χαρακτηρισμός κάθε αυθεντικά λαϊκής κινητοποίησης ως «φασιστικής» και «ρατσιστικής»).
δ) Την ανάδειξη της νεοφιλελεύθερης ΝΔ τον Ιούλιο του 2019 ως αυτοδύναμης κυβέρνησης.
ε) Την υπόθεση του κορωνοϊού και την κατάργηση του δημόσιου χώρου, με τις πλέον μακρόχρονες «καραντίνες» στην Ευρώπη, την πρωτιά σε θανάτους, την υποχρεωτικότητα, τον απαράδεκτο διαχωρισμό και επισήμως της κοινωνίας σε «ψεκασμένους» και μη (δηλαδή εμβολιασμένους).
στ) Την ενεργοποίηση των «καταστάσεων έκτακτης ανάγκης» ως γενικευμένου τρόπου διαχείρισης της κρίσης.
ζ) Την πλήρη διάλυση των εργασιακών σχέσεων, την επέκταση της «τηλεργασίας» και «τηλεκπαίδευσης».
η) Την διαρκή διαλυτική επίθεση μέσω του ακραίου και χωρίς όρια «δικαιωματισμού» και «αυτοπροσδιορισμού» και τον εορτασμό τους μαζί με τις πρεσβείες των ΗΠΑ, Ισραήλ και άλλων χωρών, μαζί με πολυεθνικές και χορηγούς.
θ) Τον πόλεμο στην Ουκρανία και την μονόπλευρη θέση της Ελλάδος γι’ αυτόν.
ι) Τις διαρκείς απειλές από την μεριά της Τουρκίας και τον ενδοτισμό των εγχώριων ελίτ και του πολιτικού κόσμου.
κ) Την ατιμωρησία των αληθινών υπευθύνων για σκάνδαλα και εγκλήματα, το «ακαταδίωκτο» και την επέκταση του (Τέμπη, Έβρος, Εύβοια, Θεσσαλία κ.λπ).
λ) Το αποτέλεσμα των δύο τελευταίων βουλευτικών εκλογικών αναμετρήσεων, που κατέγραψαν την πλήρη κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης ΝΔ.
μ) Την «Κασσελιάδα» και την αμερικανοποίηση της πολιτικής ζωής του Τόπου.
Όλα αυτά συνέβησαν σε πολύ λίγα χρόνια, παράλληλα με την τεράστια οικονομική επιβάρυνση των χαμηλότερων στρωμάτων της κοινωνίας, με την δημιουργία ενός νέου πελατειακού κράτους με επιδόματα και ψηφιακές πλατφόρμες, με κατάφωρη κοροϊδία («καλάθι νοικοκυριού» και άλλα παρόμοια). Οδήγησαν έτσι στην πολιτική στασιμότητα ως πολιτική στάση μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Μιας κοινωνίας σε μεγάλο βαθμό διασπασμένης, διαλυμένης από όλες αυτές τις διεργασίες, μιας κοινωνίας χωρίς προσδοκία με θετικό πρόσημο.
Αν συμφωνήσουμε ότι η κατήφεια έχει ως κύρια αιτία τις πολιτικές ήττες των τελευταίων ετών και τα ραγδαία, πυκνά γεωπολιτικά ζητήματα που θέτουν σκληρά διλλήματα, αν λοιπόν σήμερα η όποια «ζωηράδα» έχει υποχωρήσει γι’ αυτούς τους λόγους, είναι αναγκαίο να αναρωτηθούμε για τις δυνατότητες και προϋποθέσεις αντιστροφής της κατάστασης πνευμάτων, αντιλήψεων, ψυχολογίας, κίνησης, αντίστασης. Αντιστροφής από το τι υπάρχει σήμερα, σε αυτό που είναι αναγκαίο και επιβεβλημένο, ώστε να δοθεί μια θετική απάντηση στο υπαρξιακό ερώτημα της ίδιας της Χώρας.
Λέγοντας αυτά, ας κάνουμε μια ακόμα παραδοχή: Στο παρελθόν (πριν κάποιες δεκαετίες) το ενδιαφέρον για την πολιτική ήταν ακόμη χαμηλότερο από σήμερα. Για την ακρίβεια, υπήρξαν περίοδοι που η κοινωνία έμοιαζε μεθυσμένη με μια υλική ευμάρεια που διέθετε (κυρίως με δάνεια και υποσχέσεις αλλαγής). Τέτοια περίοδο περάσαμε σε δύο διαφορετικές φάσεις πασοκικής διακυβέρνησης της Χώρας: Η πρώτη επί Ανδρέα Παπανδρέου (ιδίως τα χρόνια 1981-1985) και η δεύτερη επί Σημίτη, όταν η πεντάδα «εκσυγχρονισμός, ευρώ, Olympic Games, χρηματιστήριο, βαλκανική εξόρμηση» είχε δημιουργήσει πολλές αυταπάτες για το που και πως πραγματικά βαδίζουμε.
Το 2008 - 2010 και τα εθνοκτόνα Μνημόνια που ακολούθησαν δεν απέχουν πολύ «συγγενικά» από αυτούς τους σταθμούς. Ήρθε έτσι μια «χρεωκοπία» με σκληρά πολιτικά – οικονομικά - κοινωνικά αποτελέσματα και έναν ακήρυχτο πόλεμο μεταξύ του Ελληνικού Λαού και των κυβερνήσεών «του». Σήμερα, έχουμε μια κατήφεια, μια «καθισμένη» και «κουρασμένη» κοινωνία, με μια αρκετά μεγάλη σε έκταση απουσία από τον πολιτικό στίβο. Κι όμως, ενώ η κυρίαρχη έως τώρα μορφή είναι αυτή της πολιτικής βραχυκύκλωσης, εν τούτοις δεν έχει πάψει να υπάρχει και να εκφράζεται, έστω και με «θραύσματα», ένα ορισμένο πολιτικό ενδιαφέρον.
Επομένως, όλα αυτά μπορούν να οδηγήσουν σε μια δεύτερη σκέψη που οφείλει να μας προβληματίσει: Αν το κυρίως ζήτημα που οδήγησε στην κατήφεια είναι οι αλλεπάλληλες πολιτικές ήττες, μήπως η απάντηση στην κατάσταση αυτή θα πρέπει να είναι κυρίως πολιτική και να αναζητηθεί αποκλειστικά στο πεδίο αυτό; Τότε, όμως, θα πρέπει να μιλήσουμε ξανά για Πολιτική και όχι για (μικρο)«πολιτική». Για Πολιτική που θα θέσει επιτακτικά το ζήτημα του υπαρξιακού προβλήματος της Χώρας, που θα αναδείξει αυτό ως το πρώτο και βασικότερο ζήτημα προς επίλυση, μέσα σε ένα ιδιαίτερα ταραγμένο γεωπολιτικά περίγυρο, μέσα από απειλές και διαβρωτικές διεργασίες.
Για εμάς τους Έλληνες Εθνικιστές, το πεδίο επίλυσης και εξόδου από μια δύσκολη κατάσταση δεν είναι απλά η περιγραφή της, δεν είναι η δικαιολόγηση της κατήφειας, αλλά είναι η Απόφαση της Εθνικής Αντίστασης, της Νέας Σφυρηλατημένης Συνείδησης ότι ο σκυμμένος, ο γονατισμένος, ο πεσμένος μπορεί να σηκωθεί, μπορεί να σταθεί, μπορεί να περπατήσει. Ότι έχει πραγματική δύναμη μέσα του, ότι αποτελεί μια σημαντική οντότητα, ότι δεν υπάρχει Χώρα χωρίς Αυτόν, ότι Αυτός είναι το κλειδί της λύσης για την διαφυγή από τον σημερινό όλεθρο που βιώνουν η Πατρίδα και ο Λαός τού Έθνους των Ελλήνων.
Γιώργος Μάστορας