Το εγχώριο πολιτικό σύστημα ανέκαθεν εμφάνιζε μια ανεξήγητη (;) προθυμία να ικανοποιεί τις κατά καιρούς απαιτήσεις των ΗΠΑ. Από κοινού όλες οι κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών έχουν μετατρέψει την Χώρα μας σε γεωπολιτικό προσάρτημα - παράρτημα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, με ανταλλάγματα ψίχουλα. Από τις στρατιωτικές διευκολύνσεις, όποτε αυτές ζητηθούν, έως την καθ’ υπόδειξη ανατίναξη των διπλωματικών σχέσεων με την Ρωσία, και από την ΝΑΤΟϊκών προδιαγραφών - εντολών κατάπτυστη Συμφωνία των Πρεσπών, έως την πολιτική του κατευνασμού της νεοοθωμανικής Τουρκίας, το κράτος της υποτελούς στάσης έχει συνέχεια.
Ο Μητσοτάκης και η κουστωδία του πανηγυρίζουν με θράσος σήμερα, γιατί οι ΗΠΑ «δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στην Χώρα μας», και με την συμφωνία αυτή «ενισχύουν το στρατηγικό τους αποτύπωμα στην Ελλάδα σε περιοχές κρίσιμης σημασίας, σε μια ακτίνα από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη». Αυτό που δεν μας λένε, όμως, είναι ότι η Ελλάς έχει εγκαταλείψει επισήμως (και στο πρόσφατο παρελθόν το έχει διακηρύξει σε επίπεδο υπουργών Επικρατείας και Δημοσίας Τάξεως) κάθε Εθνική διεκδίκηση στο Αιγαίο, λέγοντας ότι το εύρος των χωρικών μας υδάτων είναι τα έξι μίλια και κάθε σκέψη για επέκτασή τους στα δώδεκα θεωρείται «εθνικισμός». Γιατί πανηγυρίζει η κυβέρνηση, όταν δεν τολμά να ανακηρύξει ΑΟΖ; Όταν δεν επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα δώδεκα μίλια στην Ανατολική Μεσόγειο ή έστω νοτίως της Κρήτης; Η «απάντησή» της, όταν πρώτος ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Τσίπρας, αποκήρυξε αμέσως μετά τις εκλογές το σχέδιο για έρευνες υδρογονανθράκων νοτίως της Κρήτης, ήταν δια στόματος υπουργού Εξωτερικών, Δένδια, ότι η Ελλάδα δεν θα γίνει κόλπος του Μεξικού και μέσω δηλώσεων από το βήμα του ΟΗΕ του πρωθυπουργού Μητσοτάκη, ότι οι έρευνες για υδρογονάνθρακες τέλος, διότι το πετρέλαιο και το αέριο είναι καύσιμα άλλης εποχής. Την ίδια στιγμή, οι εφημερίδες είναι γεμάτες κάθε σαββατοκύριακο με «αναλύσεις» συνεργατών του ΕΛΙΑΜΕΠ για το πόσο άδικο έχουμε στις θέσεις μας για τον αέρα.
Οι δύο κυρίαρχες πτέρυγες του εγχώριου πολιτικού συστήματος, καθώς και οι υπόλοιπες συμπληρωματικές δυνάμεις του «Συνταγματικού τόξου», εμφανίζουν μια εντυπωσιακά συμπαγή σύμπτωση στις στρατηγικές κατευθύνσεις της Χώρας, ξέχωρα από τις όποιες μικροπολιτικές αντιθέσεις. Η πολιτική, όμως, του πρόθυμου και «δεδομένου» συμμάχου, που ικανοποιείται με τα ψίχουλα από τα αποφάγια του τραπεζιού (μια πολιτική που από κοινού υπηρέτησαν και υπηρετούν όλες οι εγχώριες κυβερνήσεις των τελευταίων ετών), μειώνει ακόμη περισσότερο και πολύ πιο δραματικά την ισχύ και την κυριαρχία της Χώρας μας, με ό,τι βεβαίως συνεπάγεται αυτό για τις τραγικές εξελίξεις που θα ακολουθήσουν.
Γιώργος Μάστορας